photo by ntina |
Έρωτας…
αυτός ο μικρός θεός που έχει γεννηθεί για μεγάλα πράγματα.
Μαζί του σέρνει πλήθος συναισθημάτων, ευτυχία, θλίψη, ενθουσιασμό, θυμό, απογοήτευση.
«Όταν συναντιούνται κι ερωτεύονται δυο άνθρωποι, υπάρχει μια ξαφνική εισροή μαγείας», γράφει ο Αμερικανός συγγραφέας Tom Robbins.
Το αγαπημένο πρόσωπο φαντάζει, αρχικά, ιδανικό, τέλειο και όλα όσα σχετίζονται με αυτό είναι μοναδικά, υπέροχα, χωρίς ψεγάδια.
Όσες φορές κι αν ερωτευτεί κανείς, άλλες τόσες πιστεύει ότι ο νέος έρωτας που ζει είναι πρωτόγνωρος και θα κρατήσει για πάντα.
Ο έρωτας εμπνέει την αίσθηση της αιωνιότητας.
Στο ζωικό βασίλειο, μόνο ο άνθρωπος ερωτεύεται και ποθεί αδιάκοπα, ανεξάρτητα από τις περιόδους αναπαραγωγής.
Ο Ευριπίδης διαχωρίζει τη δύναμη του έρωτα σε δύο μορφές: σε αυτή που μπορεί να οδηγήσει στην αρετή και σε εκείνη που οδηγεί στην αθλιότητα.
Αντίστοιχα, ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο μιλά για τον «καλό» έρωτα (γιο της Αφροδίτης Ουρανίας) και τον «κακό» έρωτα (γιο της Αφροδίτης Πανδήμου).
Ο ερωτευμένος νιώθει μια δύναμη, που τον ωθεί να αφεθεί στα συναισθήματά του και να ενωθεί με τον άλλο, καθώς αναζητά την αγάπη, την οικειότητα, την επαφή.
Όταν αγγίζει και αγγίζεται, αποκτά υπόσταση, γίνεται ορατός, γήινος, νιώθει επιθυμητός, ανακαλύπτει τα όρια του εαυτού του και του άλλου, ψυχικά και σωματικά.
Καθώς παραδίνεται στον έρωτα, παραιτείται από την αυτονομία του και βιώνει το φόβο της απώλειας.
Κι ενώ αναζητά την αυθεντική συνάντηση, μια αντίρροπη δύναμη μέσα του τον σπρώχνει μακριά, προκειμένου να μην πληγωθεί, να μην υποφέρει.
Ο άλλος γίνεται καθρέφτης που αντανακλά κομμάτια του, αποκαλύπτει κρυμμένες πτυχές του, συχνά επώδυνες.
Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ψυχαναλυτής Aldo Carotenuto, «η ιδανική κατάσταση για να καταλάβουμε καλύτερα έναν άνθρωπο, να γνωρίσουμε βαθύτερα την ψυχολογία του, δεν είναι τόσο το πώς αντιδρά σε ακραίες καταστάσεις έντασης και άγχους που συντελούν στο να “πέσουν οι μάσκες”, όσο το πώς δέχεται το γεγονός ότι ο έρωτας τον καθιστά τρωτό».
Ο έρωτας φέρνει το άτομο σε επαφή με το ασυνείδητο, δηλαδή με τις πιο σκοτεινές πλευρές του εαυτού του, όπως τραυματικές εμπειρίες της παιδικής ηλικίας.
Αν δεν τις επεξεργάζεται και δε συνειδητοποιεί τον τρόπο με τον οποίο το επηρεάζουν στο παρόν, είναι σύνηθες να τις αναπαράγει στην ενήλικη ζωή του.
Σε αυτή την περίπτωση, δεν επιτρέπει σε κανέναν να το αγγίξει συναισθηματικά, αφού το ίδιο δεν έχει σχέση με τον εαυτό του. Αποφεύγει τον έρωτα και τη σχέση, γιατί κατά βάθος φοβάται τον πόνο, την έκθεση, τη συναισθηματική εμπλοκή, τη δέσμευση.
Βιώνει συχνές μεταπτώσεις της διάθεσης, αντιφατικά συναισθήματα για τον άλλο, που αντανακλώνται και στη συμπεριφορά και είναι πιθανό να περνά από τη μια επιδερμική σχέση στην άλλη.
«Το να πιστεύουμε ότι μπορούμε και πρέπει να κρύβουμε τα κομμάτια μας που είναι σπασμένα, από φόβο ότι οι άλλοι δεν μπορούν να αγαπήσουν τα μέρη που δεν αγαπάμε στον εαυτό μας, είναι σα να πιστεύουμε ότι οι ακτίνες του ήλιου δεν μπορούν να περάσουν μέσα από ένα σπασμένο παράθυρο και να ζεστάνουν ένα άδειο δωμάτιο», σύμφωνα με τη συγγραφέα Sandra Kring.
Όσο το άτομο αποφεύγει τον έρωτα κουκουλώνοντας τους ενδόμυχους φόβους του, τόσο υποφέρει.
Αυτός ο πόνος μπορεί να του δίνει την ψευδαίσθηση πως έχει εσωτερική ζωή, αλλά ταυτόχρονα το καθιστά ανίκανο να συνάψει σχέσεις με ουσία, αλήθεια και προοπτική.
Η μόνη λύση για τη διακοπή του φαύλου κύκλου των αποτυχημένων σχέσεων είναι η συνειδητοποίηση της αιτίας των δυσκολιών του. Χρειάζεται να ρίξει φως στο σκοτάδι του, προκειμένου να αναδείξει τη δύναμή του και αυτό επιτυγχάνεται συχνά με την αναζήτηση της βοήθειας από ειδικό.
Ο Δημήτρης Καραγιάννης, ψυχίατρος- ψυχοθεραπευτής, υποστηρίζει ότι «το πρόβλημα στον έρωτα είναι ότι θέλουμε να είμαστε ερωτευμένοι, σαν δηλαδή ο έρωτας να είναι κάτι που παθαίνουμε και όχι κάτι για το οποίο ενεργούμε».
Ο συνειδητά ερωτευμένος άνθρωπος στέκεται με θάρρος, «γυμνός» κι αληθινός, με τα δυνατά και τα τρωτά σημεία του, εκφράζει τα συναισθήματά του και επικοινωνεί αυθεντικά τόσο με τον άλλο, όσο και με τον εαυτό του.
Πρόκειται για διόλου εύκολη διαδικασία.
Το παιχνίδι του έρωτα απαιτεί ενεργό παρουσία κι εγρήγορση, ανάληψη της ευθύνης και του ρίσκο να κερδίσει ή να χάσει.
Η αμοιβαιότητα των συναισθημάτων δεν είναι δεδομένη.
Ο ερωτευμένος μπορεί να λάβει αρνητική απόκριση ή μπορεί να εγκαταλειφθεί.
Η στάση του απέναντι στην απόρριψη και τον πόνο είναι καθοριστικής σημασίας.
Στο βιβλίο του “Μπρίντα” ο Πάουλο Κοέλιο γράφει για μια ηρωίδα «ένιωσα πληγωμένη όταν έχασα τους άντρες που ερωτεύτηκα. Σήμερα είμαι πεπεισμένη ότι κανένας δε χάνει κανέναν, επειδή κανένας δεν είναι ιδιοκτησία κανενός».
Εκείνος που μπορεί να «ξαναδιαβάσει» την εμπειρία του και να καταγράψει την απόρριψη από τον άλλο ως αποτυχία στη μάχη, δεν είναι χαμένος.
Δεν πρόκειται για αποτυχία στον πόλεμο ή για προσωπική αποτυχία. Αντιθέτως, πρόκειται για μια ακόμα ευκαιρία να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και να προχωρήσει με σταθερά βήματα στο δρόμο της ωρίμανσης και της προσωπικής του ολοκλήρωσης.
Στον έρωτα, η αυτοκαταστροφικότητα και η θέληση για αγώνα είναι τάσεις που διαδέχονται η μια την άλλη.
Άλλοι καταρρέουν εντελώς και άλλοι αντλούν ενέργεια από την αποτυχία για να συνεχίσουν την πορεία τους.
Αν οι πολεμιστές γνώριζαν από πριν το αποτέλεσμα, θα έπεφταν στη μάχη;
Το ίδιο και στον έρωτα.
«Αγαπώντας μόνο εκ του ασφαλούς, σημαίνει ότι παραμένουμε παιδιά.
Τι νόημα έχει να αγαπάμε μόνο όταν μπορούμε να έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη;», πολύ εύστοχα σημειώνει ο Carotenuto.
Όποιος απαρνείται τον έρωτα για να ξεφύγει από τις κακοτοπιές, απαρνείται την ίδια τη ζωή.
Ο έρωτας είναι για τους τολμηρούς.