Η διαίσθηση αποτελεί μια εκπληκτική και όχι καλά γνωστή διαδικασία άμεσης απόκτησης μιας γνώσης, η οποία φαίνεται να "παρακάμπτει" το δρόμο της αναλυτικής λογικής σκέψης, απόδειξης, σαν να εμφανίζεται από το πουθενά.
Για παράδειγμα η ιστορία με το μήλο του Νεύτωνα που του αποκάλυψε την έννοια της βαρύτητας,
το εύρηκα του Αρχιμήδη και πολλές γνώσεις που όπως αναφέρουν πολλοί επιστήμονες, εφευρέτες,
φιλόσοφοι κλπ τους αποκαλύφθηκαν διαισθητικά και στη συνέχεια μέσα από τη λογική ανάλυση θεμελίωσαν τη γνώση που τους αποκαλύφθηκε με αυτό τον τρόπο.
Ή διαισθητικά κάνανε διάφορες υποθέσεις, στα μαθηματικά για παράδειγμα, οι οποίες "διαισθητικά" θεωρείται ότι ισχύουν.
Η διαίσθηση φαίνεται να βασίζεται στο ότι ο εγκέφαλος συνεχίζει να δουλεύει στα προβλήματα που του βάζουμε και χωρίς εμείς να έχουμε συνείδηση αυτής της διαδικασίας.
Εξ άλλου το συνειδητό μέρος της εγκεφαλικής δραστηριότητας, των σκέψεων, όπως και μιας απόφασης για παράδειγμα που παίρνουμε, αποτελεί ένα μικρό μέρος της συνολικής διεργασίας που γίνεται στον εγκέφαλο.
Έτσι για να υπάρξει η διαίσθηση προϋποθέτει ότι μας απασχολεί έντονα ένα πρόβλημα στο οποίο θέλουμε να βρούμε μια λύση.
Αυτό σημαίνει ότι και όταν κοιμόμαστε ο εγκέφαλος πιθανόν να βλέπει όνειρα που θα έχουν σχέση μ' αυτό το πρόβλημα και θα "δουλεύει" να βρει λύση.
Όταν συγκεντρώνουμε την προσοχή μας, το συνειδητό δηλαδή μέρος, με έντονο τρόπο, στην αναζήτηση μια λύσης, τότε συγκεντρώνουμε τους προβολείς του εγκεφάλου σε ένα ή λίγα σημεία, που έχουμε καταλήξει "λογικά" ότι βρίσκεται η λύση.
Το σταμάτημα της αναζήτησης, η χαλάρωση, ο ύπνος, σ' αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να συνεχίζεται(μη συνειδητά πια) αυτή η αναζήτηση και αλλού, εκεί που η λογική, προσανατολισμένη σε συγκεκριμένα πεδία, δεν μας είχε οδηγήσει.
Η ένταση της αναζήτησης σημαίνει μια γενική κινητοποίηση του εγκεφάλου, διερεύνηση όλων των πιθανών συσχετισμών που μπορεί να γίνουν ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα.
Αποτελεί ταυτόχρονα ένα ξεπέρασμα των δυνατοτήτων μιας συγκεκριμένης λογικής ανάλυσης, που πολλές φορές αδυνατεί να δώσει λύσεις, με την ενότητά της με άλλα αισθητηριακά στοιχεία από άλλα πεδία γνώσης, που φαινομενικά δεν έχουν σχέση μεταξύ τους αλλά μπορεί να συνδέονται στα πλαίσια μιας πιο συνολικής θεώρησης και από αυτή την άποψη φαίνεται να δίνουν πιο στέρεο αισθητικά αποτέλεσμα.
Μάλιστα ορισμένες τάσεις στα μαθηματικά δέχονται τη διαίσθηση σαν τη μοναδική πηγή των μαθηματικών και κύριο κριτήριο της ακρίβειας των δομών της.
Ο Σοπενάουερ θεωρούσε ότι μόνο ξεπερνώντας τη βούληση και τη λογική της μπορούμε να προσεγγίσουμε μέσω της διαίσθησης την πραγματική γνώση.
Για τον Σοπενάουερ η ικανότητα ενατένισης πέρα από τη βούληση, το ξεπέρασμά της, κάνει δυνατή αυτό που ονομάζει αισθητική εμπειρία και την αντικειμενική διείσδυση στον κόσμο των ιδεών.
Μια άλλη εξήγηση για τη διαίσθηση που είναι ίσως πιο εφάνταστη και ελκυστική, είναι ότι μέσω του υποσυνείδητού μας επικοινωνούμε με το συλλογικό υποσυνείδητο που υπάρχει στο έδαφος της κοινής γνώσης της ανθρωπότητας, έτσι όπως έχει συσσωρευθεί χιλιάδες χρόνια και υπάρχει δυνητικά και μέσα μας.
Είναι αυτό που αναφέρουν πολλοί που οραματίστηκαν νέες ιδέες και ανακαλύψεις ότι η ιδέα κυκλοφορούσε “κάπου” και αυτοί το μόνο που κάνανε ήταν να την αναγνωρίσουν.
Αυτή η άποψη όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν αναιρεί την προηγούμενη.
Η διαισθητική γνώση πρέπει στη συνέχεια να επιβεβαιωθεί ότι ισχύει, με τη λογική.
Όπως μια διαίσθηση μπορεί να μας γελάσει και να αποδειχθεί εκ των υστέρων με τη λογική ανάλυση, λάθος.
Δηλαδή δεν είναι αλάθητη η διαίσθηση.
Όπως σχηματίζουμε για παράδειγμα, με μια πρώτη ματιά σε έναν άνθρωπο, μια γνώμη γι αυτόν.
Πως σχηματίζουμε γνώμη, με μια ματιά, αν τον βλέπουμε για πρώτη φορά και χωρίς να ανοίξει το στόμα του;
Επειδή πιάνουμε πολλά πράγματα με την ενσυναίσθηση, το βλέμμα του, τον τρόπο που κινείται κλπ.
Καταλαβαίνουμε δηλαδή τα συναισθήματά του, άρα και τον χαρακτήρα του.
Είναι μια ικανότητα που απέκτησε εξελικτικά ο άνθρωπος (και τα θηλαστικά, πχ και ένας σκύλος μπορεί να καταλάβει τις διαθέσεις μας χωρίς να του κάνουμε πολλές φορές τίποτε) για να μπορεί να βγάζει συμπεράσματα αμέσως.
Ή σε καταστάσεις κινδύνου, μια μάχη κλπ που πρέπει να λαμβάνονται γρήγορα αποφάσεις.
Μάλιστα αυτή η ικανότητα προηγήθηκε χιλιάδες χρόνια πριν την ικανότητα της λογικής.
Μένει όμως μετά να αποδειχθεί ότι η διαίσθησή μας ήταν σωστή.
Πολλές φορές μας ξεγελά.
Έτσι και με τη διαισθητική γνώση στην επιστήμη.
Μένει μετά να αποδειχθεί ότι ήταν σωστή.
Όσο δυναμώνουν τα αναλυτικά εργαλεία στους τομείς των επιστημών (σήμερα με τους υπολογιστές για παράδειγμα), τόσο περιορίζεται και ο ρόλος της διαίσθησης στις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις, δεν μπορεί όμως να πάψει να υπάρχει.
Για παράδειγμα η ιστορία με το μήλο του Νεύτωνα που του αποκάλυψε την έννοια της βαρύτητας,
το εύρηκα του Αρχιμήδη και πολλές γνώσεις που όπως αναφέρουν πολλοί επιστήμονες, εφευρέτες,
φιλόσοφοι κλπ τους αποκαλύφθηκαν διαισθητικά και στη συνέχεια μέσα από τη λογική ανάλυση θεμελίωσαν τη γνώση που τους αποκαλύφθηκε με αυτό τον τρόπο.
Ή διαισθητικά κάνανε διάφορες υποθέσεις, στα μαθηματικά για παράδειγμα, οι οποίες "διαισθητικά" θεωρείται ότι ισχύουν.
Η διαίσθηση φαίνεται να βασίζεται στο ότι ο εγκέφαλος συνεχίζει να δουλεύει στα προβλήματα που του βάζουμε και χωρίς εμείς να έχουμε συνείδηση αυτής της διαδικασίας.
Εξ άλλου το συνειδητό μέρος της εγκεφαλικής δραστηριότητας, των σκέψεων, όπως και μιας απόφασης για παράδειγμα που παίρνουμε, αποτελεί ένα μικρό μέρος της συνολικής διεργασίας που γίνεται στον εγκέφαλο.
Έτσι για να υπάρξει η διαίσθηση προϋποθέτει ότι μας απασχολεί έντονα ένα πρόβλημα στο οποίο θέλουμε να βρούμε μια λύση.
Αυτό σημαίνει ότι και όταν κοιμόμαστε ο εγκέφαλος πιθανόν να βλέπει όνειρα που θα έχουν σχέση μ' αυτό το πρόβλημα και θα "δουλεύει" να βρει λύση.
Όταν συγκεντρώνουμε την προσοχή μας, το συνειδητό δηλαδή μέρος, με έντονο τρόπο, στην αναζήτηση μια λύσης, τότε συγκεντρώνουμε τους προβολείς του εγκεφάλου σε ένα ή λίγα σημεία, που έχουμε καταλήξει "λογικά" ότι βρίσκεται η λύση.
Το σταμάτημα της αναζήτησης, η χαλάρωση, ο ύπνος, σ' αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να συνεχίζεται(μη συνειδητά πια) αυτή η αναζήτηση και αλλού, εκεί που η λογική, προσανατολισμένη σε συγκεκριμένα πεδία, δεν μας είχε οδηγήσει.
Η ένταση της αναζήτησης σημαίνει μια γενική κινητοποίηση του εγκεφάλου, διερεύνηση όλων των πιθανών συσχετισμών που μπορεί να γίνουν ώστε να υπάρξει αποτέλεσμα.
Αποτελεί ταυτόχρονα ένα ξεπέρασμα των δυνατοτήτων μιας συγκεκριμένης λογικής ανάλυσης, που πολλές φορές αδυνατεί να δώσει λύσεις, με την ενότητά της με άλλα αισθητηριακά στοιχεία από άλλα πεδία γνώσης, που φαινομενικά δεν έχουν σχέση μεταξύ τους αλλά μπορεί να συνδέονται στα πλαίσια μιας πιο συνολικής θεώρησης και από αυτή την άποψη φαίνεται να δίνουν πιο στέρεο αισθητικά αποτέλεσμα.
Μάλιστα ορισμένες τάσεις στα μαθηματικά δέχονται τη διαίσθηση σαν τη μοναδική πηγή των μαθηματικών και κύριο κριτήριο της ακρίβειας των δομών της.
Ο Σοπενάουερ θεωρούσε ότι μόνο ξεπερνώντας τη βούληση και τη λογική της μπορούμε να προσεγγίσουμε μέσω της διαίσθησης την πραγματική γνώση.
Για τον Σοπενάουερ η ικανότητα ενατένισης πέρα από τη βούληση, το ξεπέρασμά της, κάνει δυνατή αυτό που ονομάζει αισθητική εμπειρία και την αντικειμενική διείσδυση στον κόσμο των ιδεών.
Μια άλλη εξήγηση για τη διαίσθηση που είναι ίσως πιο εφάνταστη και ελκυστική, είναι ότι μέσω του υποσυνείδητού μας επικοινωνούμε με το συλλογικό υποσυνείδητο που υπάρχει στο έδαφος της κοινής γνώσης της ανθρωπότητας, έτσι όπως έχει συσσωρευθεί χιλιάδες χρόνια και υπάρχει δυνητικά και μέσα μας.
Είναι αυτό που αναφέρουν πολλοί που οραματίστηκαν νέες ιδέες και ανακαλύψεις ότι η ιδέα κυκλοφορούσε “κάπου” και αυτοί το μόνο που κάνανε ήταν να την αναγνωρίσουν.
Αυτή η άποψη όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν αναιρεί την προηγούμενη.
Η διαισθητική γνώση πρέπει στη συνέχεια να επιβεβαιωθεί ότι ισχύει, με τη λογική.
Όπως μια διαίσθηση μπορεί να μας γελάσει και να αποδειχθεί εκ των υστέρων με τη λογική ανάλυση, λάθος.
Δηλαδή δεν είναι αλάθητη η διαίσθηση.
Όπως σχηματίζουμε για παράδειγμα, με μια πρώτη ματιά σε έναν άνθρωπο, μια γνώμη γι αυτόν.
Πως σχηματίζουμε γνώμη, με μια ματιά, αν τον βλέπουμε για πρώτη φορά και χωρίς να ανοίξει το στόμα του;
Επειδή πιάνουμε πολλά πράγματα με την ενσυναίσθηση, το βλέμμα του, τον τρόπο που κινείται κλπ.
Καταλαβαίνουμε δηλαδή τα συναισθήματά του, άρα και τον χαρακτήρα του.
Είναι μια ικανότητα που απέκτησε εξελικτικά ο άνθρωπος (και τα θηλαστικά, πχ και ένας σκύλος μπορεί να καταλάβει τις διαθέσεις μας χωρίς να του κάνουμε πολλές φορές τίποτε) για να μπορεί να βγάζει συμπεράσματα αμέσως.
Ή σε καταστάσεις κινδύνου, μια μάχη κλπ που πρέπει να λαμβάνονται γρήγορα αποφάσεις.
Μάλιστα αυτή η ικανότητα προηγήθηκε χιλιάδες χρόνια πριν την ικανότητα της λογικής.
Μένει όμως μετά να αποδειχθεί ότι η διαίσθησή μας ήταν σωστή.
Πολλές φορές μας ξεγελά.
Έτσι και με τη διαισθητική γνώση στην επιστήμη.
Μένει μετά να αποδειχθεί ότι ήταν σωστή.
Όσο δυναμώνουν τα αναλυτικά εργαλεία στους τομείς των επιστημών (σήμερα με τους υπολογιστές για παράδειγμα), τόσο περιορίζεται και ο ρόλος της διαίσθησης στις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις, δεν μπορεί όμως να πάψει να υπάρχει.