Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

Καλώς ήρθες, ελβετικό φράγκο. Οι δουλοπάροικοι σε χαιρετούν

το άρθρο δημοσιεύτηκε στο
unfollow την Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου του 2013
Τώρα λοιπόν που ο επίτροπος της ΕΕ Χοακίν Αλμούνια κατέστησε σαφές, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι οι καταθέτες είμαστεουσιαστικά (συμ)μέτοχοι από το πρώτοευρώ στην περίπτωση που οι τράπεζεςβαρέσουν κανόνι, και ότι η Κύπρος δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας για όσα θα ακολουθήσουν, πρέπει να έχει γίνει απόλυτα κατανοητό ότι τα χρήματά μας δεν είναι ασφαλή πουθενά.
Κατανοητό όχι μόνο σε κάθε εχέφρονα άνθρωπο, αλλά ακόμη και στον τελευταίο νεοφιλελεύθερο, που επέλεγε να εθελοτυφλεί πιστεύοντας στην ελεύθερη αγορά και την ελευθερία κίνησης κεφαλαίων…

Δεν θα μιλήσουμε για την αφερεγγυότητα της ελληνικής κυβέρνησης που διατυμπανίζει ότι εγγυάται για τις καταθέσεις έως 100.000 ευρώ, ενώ ουσιαστικά δεν έχει τη φερεγγυότητα να μιλήσει ούτε για το κέρμα του ενός ευρώ. Θα μιλήσουμε για το ίδιο το σύστημα και τους –πολλούς– τρόπους που έχει (κι αν δεν έχει, εφευρίσκει) προκειμένου να λειτουργεί μονίμως ενάντια στους μη έχοντες.
Σε ένα mainstream μέσο η είδηση θα μπορούσε να περάσει ως το παράδειγμα της… ανάπτυξης που έρχεται στη χώρα – και μάλλον έτσι θα παρουσιαστεί, όταν το μάθουν βέβαια.
Στις αρχές του 2014 η γνωστή ελβετική τράπεζα Credit Suisse ανοίγει υποκατάστημα στην Αθήνα.
Μαθαίνουμε μάλιστα ότι ετοιμάζει και δυνατό διαφημιστικό μπάσιμο, το οποίο θα καρπωθούν τα γνωστά ΜΜΕ. Η Καθημερινή, η Ημερησία, η Ναυτεμπορική, και φυσικά τα κανάλια των γνωστών «επιφανών» επιχειρηματιών της χώρας, όπως ο κ. Μπόμπολας και ο κ. Αλαφούζος.
Όμως εμείς δεν είμαστε mainstream μέσο και μας αρέσει να διατυπώνουμε απλά ερωτήματα – και να τα απαντάμε:
Γιατί άραγε, εν μέσω της πρωτοφανούς κρίσης που μαστίζει τη χώρα, ένα πιστωτικό ίδρυμα τέτοιου είδους αποφασίζει να ανοίξει παράρτημα στην Ελλάδα;
Μην είναι η ανάπτυξη που έρχεται;
Μπα…
Μην είναι που οι υπουργοί της κυβέρνησης κατάφεραν να προσελκύσουν επιτέλους μια επένδυση στη χώρα;
Παρότι δεν είναι διόλου απίθανο να τους δούμε να διαγκωνίζονται για το ποιανού κατόρθωμα είναι, ούτε αυτό ισχύει.
Μάλλον οι δηλώσεις Αλμούνια έφεραν την ελβετική τράπεζα, αλλά μην πάει ο νους σας στο… καλό.
Η Credit Suisse έρχεται εδώ για να εκμεταλλευτεί ακριβώς αυτή την ανασφάλεια που προκύπτει από τις δηλώσεις του κ. Αλμούνια και το ξύπνημα του εφιάλτη για το ληστρικό κούρεμα των καταθέσεων στην Κύπρο.
Με απλά λόγια: Αν διαθέτετε 130.000 ευρώ (συγκεκριμένα, 136.000 ελβετικά φράγκα, τόσο είναι το μίνιμουμ ποσό για να ανοίξετε λογαριασμό) ή περισσότερα, από τις αρχές του 2014 θα μπορείτε να τα καταθέσετε στην ελβετική τράπεζα μέσω του υποκαταστήματός της στην Αθήνα.
Έτσι, θα γλιτώσετε τον εφιάλτη του κουρέματος α λα Κύπρος, ό,τι κι αν συμβεί.
Έτσι και αλλιώς τα πολύ μεγάλα πορτοφόλια της χώρας έχουν ήδη τα χρήματά τους στο εξωτερικό.
Όμως, υπάρχουν καταθέτες που ακόμη έχουν τέτοια ποσά στις ελληνικές τράπεζες –αυτοί έχουν την επιλογή.
Για τους υπόλοιπους, οι επιλογές είναι δύο: είτε το ρίσκο της αποταμίευσης σε ελληνικές τράπεζες είτε το ρίσκο της αποταμίευσης στο… στρώμα, που λέει κι ο Στουρνάρας.
Ήταν δεδομένο ότι οικονομικά κοράκια της Ευρώπης δεν θα άφηναν τίποτα στην τύχη.
Το χρήμα μαζεύει συνεχώς κι άλλο χρήμα.
Και την ώρα που ο Αλμούνια φρόντιζε –με τόσο βολικό τρόπο– να ξυπνήσει τον εφιάλτη του κουρέματος, και μάλιστα από το πρώτο ευρώ, πολλοί καταθέτες θα τρέξουν πανικόβλητοι να διασφαλίσουν τα χρήματα τους.
Άλλωστε το δράμα της Κύπρου το ζήσαμε σε απευθείας σύνδεση.
Όλο αυτό το σκηνικό αβεβαιότητας, βέβαια, απειλεί να δημιουργήσει πρόβλημα στη ρευστότητα της αγοράς, αλλά αυτό είναι μια παράπλευρη απώλεια.
Το καπιταλιστικό σύστημα θα προσπαθήσει να προστατεύσει τους «έχοντες» έστω και λίγα (με τα δικά τους μετρήματα), αδιαφορώντας προκλητικά για όσους πραγματικά έχουν ανάγκη.
Οι οικονομίες μιας ζωής μπορεί να εξανεμιστούν, οι καταθέσεις στις ελβετικές τράπεζες ποτέ.
Θα μπορούσε να συμπληρώσει κανείς πως αυτή η κατάσταση μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα και στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Επιστρέψτε μας να μην θρηνήσουμε για τον Κωστόπουλο, τον Σάλα και τον Λάτση.
Στην επόμενη μεγάλη φουρτούνα, θα ξαναγίνει μια ανακεφαλαιοποίηση, που θα πληρωθεί κατά 90% με τα δικά μας χρήματα, ενώ οι ίδιοι θα κληθούν να συνεισφέρουν μόλις το 10%, διατηρώντας στο ακέραιο το μάνατζμεντ και τον απόλυτο έλεγχο των τραπεζών «τους».
Παλιά μου τέχνη κόσκινο.
Ας αφήσουμε λοιπόν τους υπουργούς της κυβέρνησης να πανηγυρίζουν για τις επενδύσεις που γίνονται στη χώρα.

Για όσο χρόνο τους μένει…

Ο κατά Όργουελ αποικιοκρατικός εγκλωβισμός στο σήμερα

Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης από τον
«Η σχέση τους ήταν σκλάβου και αφέντη»
Τζορτζ Όργουελ*
Το ερώτημα της Κυριακής δεν είναι ούτε «ευρώ ή δραχμή» ούτε «υπέρ του Σύριζα ή κατά του Σύριζα». Το ερώτημα είναι αν θέλουμε να πάρουμε την ευθύνη της μοίρας μας στα δικά μας χέρια, ή να την αφήσουμε στο «αόρατο χέρι» της αγοράς. Που δεν είναι πλέον καθόλου αόρατο˙ μας δείχνει με το δάχτυλο και μας βαφτίζει ανήλικους, άχρηστους και τεμπέληδες. Θέλει να ξεμπερδεύει μαζί μας, να «ξεκουραστεί», να συνεχίσει ήσυχο τη δουλειά του.

Τα αποτελέσματα της βρώμικης δουλειάς των δανειστών είναι προφανή εδώ και πέντε χρόνια, με παιδιά που λιποθυμούν από την πείνα, με χρόνιους ανέργους, με κλειστά μαγαζιά, ηλικιωμένους που αυτοκτονούν και όλα τα άλλα που όλοι ξέρουμε. Θα ακολουθήσουμε αυτούς που μας έφεραν ως εδώ; Ή θα επιμείνουμε σε αυτό που επιλέξαμε τον Ιανουάριο; Όχι τον Τσίπρα, αλλά την αλλαγή. Την επιλογή να διώξουμε από πάνω μας τις ενοχές του παρελθόντος και τις αποτυχημένες πολιτικές των γενιών των –ήντα, που πάλι σήμερα θέλουν να μας εγκλωβίσουν στις ίδιες πρακτικές που μας οδήγησαν στο αδιέξοδο.

Ας μην αφήσουμε όλους αυτούς τους Σημίτιδες, Καραμανλίδες, Μητσοτάκηδες και Παπανδρέηδες, που τους είχαμε για πεθαμένους, να κάνουν το αδιέξοδο μονόδρομο. Αυτούς, που σηκώθηκαν από τους τάφους τους για να μας πείσουν να πούμε ΝΑΙ στην εξαθλίωση και τη μιζέρια˙ να μας πείσουν ότι αντέχουμε κι άλλα μέτρα, τα ίδια και χειρότερα, κι ας μην έχουν ιδέα οι ίδιοι τι θα πει να ξέρεις ότι δεν θα βγεις ποτέ σε σύνταξη ή ότι δεν θα δουλέψεις ποτέ αξιοπρεπώς.

Το δάχτυλο δείχνει την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και ζητάει αντικατάσταση με τεχνοκράτες. Αυτό δεν είναι ειρωνεία, είναι κυνισμός. Γιατί η ειρωνεία χρειάζεται και μια λεπτότητα˙ οι δανειστές μας ξεκαθαρίζουν τη θέση τους: ή θα έχουμε μια δική τους κυβέρνηση από «ρεαλιστές» επαγγελματίες ή θα τερματιστούν οι συνομιλίες και θα πρέπει να νιώσουμε τον τρόμο της απειλής ενός grexit. Αφού άλλαξαν την ρητορική της διαπραγμάτευσης ώστε η δικιά τους αποτυχία να πέσει στην πλάτη μας και του δημοψηφίσματος από την έντιμη προσπάθεια συναίνεσης ενός δυνατού λαού στον διχασμό των χυδαίων ΜΜΕ (από πότε ένα δημοψήφισμα είναι ισοδύναμο με πραξικόπημα και χούντα;), σειρά έχει να αλλάξει η ίδια η ομάδα διαπραγμάτευσης για να μεταφερθεί το κυριαρχικό δικαίωμα μιας χώρας από τους κατοίκους της σε ξένους επενδυτές.

Η παρομοίωση των πρακτικών τους με αποικιοκρατικές μεθόδους έχει γίνει πλέον κάτι παραπάνω από ευφημισμός. Ο Όργουελ, μιλώντας για τις σχέσεις Βρετανικής Αυτοκρατορίας και Βιρμανίας, είχε αναγνωρίσει την αξία χρησιμοποίησης ντόπιων στον αποικιοκρατικό μηχανισμό, με τρία σαφή πλεονεκτήματα: οι ντόπιοι θα δεχτούν χαμηλούς μισθούς, θα λύνουν εύκολα εγχώριες νομικές διαφωνίες, αφού θα ξέρουν τις ιδιοτροπίες των συμπατριωτών τους, και θα είναι προς το συμφέρον τους να δείχνουν την πίστη τους σε αυτούς που τους θρέφουν. Στην Ελλάδα αναπολούμε προ πολλού την εποχή που αποκαλούμασταν «η γενιά των 700 ευρώ», τα εγχώρια αφεντικά είναι τα πρώτα που εκμεταλλεύονται τους συμπατριώτες τους παρέα με τα μέσα που πιάνουν τον παλμό σε χρόνο μηδέν, και οι πιστοί του ευρωπαϊκού καθεστώτος, νυν και πρώην, δείχνουν ότι συνοδοιπορούν με τα έξωθεν αφεντικά προδίδοντας κάθε έννοια δημοκρατίας και διαφάνειας και καταστρέφοντας κάθε ελπίδα για το κοινό καλό.

Ο μεγαλύτερος εχθρός αυτού του καθεστώτος, κατά τον Όργουελ, είναι οι «νέοι των μορφωμένων τάξεων». Κι αν στη Βιρμανία οι μάζες ήταν σχεδόν ολοκληρωτικά αμόρφωτες, κάνοντας την εκφορά δημόσιας γνώμης ανύπαρκτη και τον λαό ανίκανο να κατανοήσει τον ίδιο τον τρόπο που η Βρετανία τον εκμεταλλεύονταν, η κατασκευή συναίνεσης στην Ελλάδα είναι τόσο βαθιά στο μεδούλι ακόμα και των μορφωμένων νέων, που τώρα αυτοί στρέφονται στους εταίρους για τη σωτηρία μας από την επικίνδυνη κυβέρνηση (ο Γιούνκερ ανακηρύχτηκε μέχρι και ο μεγαλύτερος φίλος της Ελλάδας!).

Εκμεταλλευόμενοι οι ιμπεριαλιστές τους φυσικούς πόρους της χώρας, το κεφάλαιό της, κατασκευαστικά υλικά, τεχνογνωσία και ενέργεια, και κρατώντας το αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης των προϊόντων που η χώρα παράγει, ενώ παράλληλα καθόριζαν τους δασμούς, οι Βρετανοί έκλεβαν από τη Βιρμανία ανενόχλητα και ασταμάτητα. Χρειάζεται να σχηματιστούν αναλογίες; Οι ιδιωτικοποιήσεις, η εξόρυξη χρυσού, οι φόροι στα φάρμακα και τα γεωργικά προϊόντα που θα κλείσουν τις ελληνικές επιχειρήσεις και θα κάνουν αναγκαίες τις περαιτέρω εισαγωγές και εξαρτήσεις από δικές τους εταιρίες, οι φόροι, τα δάνεια με τους επαχθείς όρους και ο περιορισμός στις αγορές είναι μερικά μόνο από τα σημερινά εργαλεία της αποικιοκρατικής ισχύς. Και όταν ο λαός,συνεχίζει ο Όργουελ, εκφράσει τη δυσφορία του τότε θα δει «πώς ο καπιταλισμός δείχνει την ευγνωμοσύνη του σε αυτούς που χρωστάει την ύπαρξή του».

Άμυνα δεν υπάρχει. Ο πολιτικός κόσμος της χώρας μας είναι ο εκφραστής της υποταγής στον δήθεν σωτήρα, ενώ εμείς πέφτουμε στο βωμό της αυταπάρνησης, του χρέους, της αυτολύπησης, της διχόνοιας και της μιζέριας. Ο Σωκράτης στον Γοργία έλεγε ότι ο ρόλος του πραγματικού πολιτικού είναι να κάνει τους πολίτες καλούς, ενάρετους. Να βελτιώνει την κατάστασή τους. Κι όταν ανακήρυξε τον εαυτό του τον μοναδικό πραγματικό πολιτικό, αναδείχτηκαν οι υπόλοιποι, που εξασκούσανε το φυσικό δίκαιο της πυγμής με τη δύναμη της πειθούς και της κολακείας, σε αποτυχημένους που με το ζόρι θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτό που κάνουν είναι πολιτική.

Ποιος θέλει σήμερα περισσότερο να βελτιώσει την κατάσταση των Ελλήνων; Η σημερινή κυβέρνηση, με όσα ατοπήματα κι αν μπορούμε να της προσμετρήσουμε; Ή οι δανειστές μας μαζί με αυτούς που συμφωνούν με όλα όσα τους λένε; Εύκολη απόφαση.
* George Orwell – “How a Nation is Exploited: The British Empire in Burma”, Le Progres Civique, 4 Μαΐου 1929