Δημήτριος ο Πολιορκητής |
Ήταν άνοιξη του 315 π.Χ. όταν ο Αντίγονος άρχισε να πολιορκεί την Τύρο.
Ο Αντίγονος στρατοπέδευσε έξω από την Τύρο αλλά δεν είχε πλοία να πετύχει και ναυτικό αποκλεισμό.
Γι’ αυτό έστειλε εντολή στις φοινικικές και συριακές πόλεις που είχε στην κατοχή του να του στείλουν όσο γίνεται περισσότερα πλοία μαζί με σιτάρι και προμήθειες.
Αποφάσισε όμως να φτιάξει και δικό του στόλο.
Έτσι έστειλε στον Λίβανο 8.000 άντρες να κόψουν ξύλα και 2.000 ζώα να τα κουβαλήσουν μέχρι τα ναυπηγεία που έστησε σε Σιδώνα, Βύβλο, Τρίπολη της Φοινίκης και Ρόδο.
Εκεί χιλιάδες ναυπηγοί, σιδηρουργοί, σκοινοπλόκοι και άλλοι τεχνίτες και εργάτες άρχισαν να δουλεύουν ασταμάτητα γιατί ο στόλος έπρεπε να ετοιμαστεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.
Παράλληλα συγκάλεσε γενική συνέλευση των Μακεδόνων στην οποία παρουσιάστηκε ως κατήγορος του Κάσσανδρου λέγοντας πως ο Κάσσανδρος είχε σκοτώσει την Ολυμπιάδα και κρατούσε φυλακισμένους στην Αμφίπολη τον νεαρό βασιλιά Αλέξανδρο Δ΄με τη μητέρα του, τη Ρωξάνη. (Δεν τους είχε σκοτώσει ακόμα ο Κάσσανδρος).
Περίεργο αλλά ο Αντίγονος εμφανιζόταν πλέον ως υπερασπιστής της βασιλικής οικογένειας.
Ναι, αυτός που είχε πολεμήσει εναντίον του Περδίκκα και του Ευμένη, των κατεξοχήν εκπροσώπων της βασιλείας, τώρα είχε φορέσει το προσωπείο του «προστάτη της βασιλείας».
Η απόφαση των Μακεδόνων ήταν καταδικαστική για τον Κάσσανδρο αλλά συνοδευόταν από μια ακόμα διακήρυξη -όπως παλιότερα του Πολυπέρχοντα- υπέρ της ελευθερίας των ελληνικών πόλεων.
Όπως ήταν λογικό η διακήρυξη αυτή δε συγκίνησε ιδιαίτερα τους Έλληνες γιατί στις περισσότερες πόλεις κυριαρχούσε -με τη βοήθεια βέβαια των μακεδονικών φρουρών- η παράταξη του Κάσσανδρου.
Μόλις ετοιμάστηκαν τα πλοία ξεκίνησε ο ναυτικός αποκλεισμός της Τύρου.
Δεκαπέντε ολόκληρους μήνες προσπαθούσε ο Αντίγονος να καταλάβει την Τύρο μέχρι που τελικά τα κατάφερε. Κάποια στιγμή οι πολιορκούμενοι δεν άντεξαν άλλο και παραδόθηκαν. Τεράστιο το κατόρθωμα του Αντίγονου.
Μόνο ο Αλέξανδρος είχε καταφέρει να κυριεύσει την Τύρο.
Μπορούσε τώρα ο Αντίγονος να θεωρεί τον εαυτό του ισάξιο με τον μεγάλο Μακεδόνα στρατηλάτη.
Η δόξα που κέρδιζε ήταν μεγάλη.
Μόνο δόξα όμως γιατί από ουσία η κατάκτηση της Τύρου αποδείχτηκε τελικά μηδενικής σημασίας.
Ένα χρόνο αργότερα ο Πτολεμαίος -σε μια από τις σπάνιες φορές που έβγαινε έξω από την Αίγυπτο-, επικεφαλής τεράστιου στρατού, πέρασε από την Τύρο πετυχαίνοντας αναίμακτα την παράδοση της φρουράς της.
Τόσες προσπάθειες, τόσοι θάνατοι, τόσο αμέτρητα χρήματα, κι ούτε ένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ό,τι βέβαια συνέβη και πολλές άλλες φορές στις συνεχείς άσκοπες εκστρατείες των διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου.
Δημήτριος ο Πολιορκητής
Ο Αντίγονος αγαπούσε ιδιαίτερα τον γιο του, Δημήτριο που διακρινόταν -εκτός από τις πολεμικές του ικανότητες- και για τις ερωτικές του περιπέτειες. Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος μια φορά ο Δημήτριος ήταν απασχολημένος με μια ερωμένη του και αρνήθηκε να πάει στον πατέρα του λέγοντας πως είναι άρρωστος.
Ο Αντίγονος αγαπούσε ιδιαίτερα τον γιο του, Δημήτριο που διακρινόταν -εκτός από τις πολεμικές του ικανότητες- και για τις ερωτικές του περιπέτειες. Όπως αναφέρει ο Πλούταρχος μια φορά ο Δημήτριος ήταν απασχολημένος με μια ερωμένη του και αρνήθηκε να πάει στον πατέρα του λέγοντας πως είναι άρρωστος.
Ο Αντίγονος ανησύχησε και πήγε ο ίδιος να τον επισκεφτεί. Στην πόρτα συνάντησε την ερωμένη του να φεύγει.
Μπαίνοντας στο σπίτι, του λέει ο Δημήτριος: «Μόλις μου έφυγε ο πυρετός».
Και ο Αντίγονος του απαντάει: «Το ξέρω. Τον συνάντησα πριν από λίγο στην πόρτα».
Δέκα χρόνια αργότερα, το 306 π.Χ. -και ενώ οι πόλεμοι των διαδόχων δεν έχουν σταματήσει- μια ναυμαχία στην Κύπρο θα μείνει στην ιστορία για ένα διαφορετικό λόγο.
Ο Δημήτριος με τον στόλο του αντιμετωπίζει τον στόλο του Πτολεμαίου και πετυχαίνει θριαμβευτική νίκη. Ο ίδιος ο Πτολεμαίος θα σωθεί την τελευταία στιγμή φεύγοντας με οχτώ μόλις καράβια.
Ο Δημήτριος θέλει φυσικά να ενημερώσει τον πατέρα του για τη μεγάλη του νίκη και γι’ αυτό στέλνει τον Αριστόδημο, τον έμπιστο στρατηγό του.
Ο Αριστόδημος φτάνει με το πλοίο του στις ακτές της Συρίας αλλά δεν αφήνει το πλοίο να πλησιάσει στην ξηρά.
Δίνει διαταγή να ρίξει άγκυρα μακριά από τις ακτές κι ο ίδιος -εντελώς μόνος του- βγαίνει με βάρκα στη στεριά.
Όλοι περιμένουν με αγωνία να μάθουν τα νέα, αλλά αυτός δε λέει κουβέντα σε κανέναν.
Ο Αντίγονος αγωνιά -όχι μόνο για τη μάχη αλλά και για τον αγαπημένο του γιο-, στέλνει αγγελιοφόρους να μάθουν τι έγινε, αλλά ο Αριστόδημος αρνείται να μιλήσει. Μόνο προχωρά σκεφτικός για το παλάτι.
Πίσω του μαζεύεται κόσμος πολύς, στρατιώτες και πολίτες, ενώ ο Αντίγονος δεν αντέχει άλλο. Βγαίνει έξω να προϋπαντήσει τον Αριστόδημο κι αυτός, όταν τον βλέπει μπροστά του, τότε μόνο τού φωνάζει χαμογελαστός: «Γεια σου, βασιλιά, Αντίγονε. Νικήσαμε στη ναυμαχία και πιάσαμε και πολλούς αιχμαλώτους!»
Κι όλοι τότε αρχίζουν να φωνάζουν ενθουσιασμένοι. Ζήτω ο βασιλιάς Αντίγονος! Ζήτω ο βασιλιάς Δημήτριος!
Ήταν δίχως άλλο μια ιστορική στιγμή: η πρώτη φορά που ο Αντίγονος άκουγε να τον προσφωνούν βασιλιά! Κι αμέσως οι Μακεδόνες στρατιώτες τού φόρεσαν το βασιλικό διάδημα.
Ο Αντίγονος όμως ήθελε και τον γιο του βασιλιά.
Έτσι του έστειλε μια ευχαριστήρια επιστολή γράφοντας απ’ έξω: στον βασιλιά Δημήτριο! Έγιναν έτσι βασιλιάδες ο Αντίγονος -στα 75 του- κι ο γιος του, ο Δημήτριος.
Όταν μαθεύτηκε στην Αίγυπτο πως ο Αντίγονος αναγορεύτηκε βασιλιάς, οι στρατιώτες του Πτολεμαίου αποφάσισαν να ονομάσουν και τον Πτολεμαίο βασιλιά! Κι ύστερα ονομάστηκαν βασιλιάδες και ο Λυσίμαχος και ο Κάσσανδρος και ο Σέλευκος!
Όλοι έγιναν βασιλιάδες λοιπόν κι από εδώ και πέρα οι πόλεμοι των διαδόχων γίνονται πόλεμοι βασιλιάδων.