Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020

Ο Εμφύλιος της Επανάστασης του 1821

Στις 29 Μαρτίου 1823 ξεκίνησαν οι συνεδριάσεις της δεύτερης Εθνικής Συνέλευσης στο Αστρος της Κυνουρίας.
Είχαν μαζευτεί εκεί 230 εκπρόσωποι από διάφορα μέρη της επαναστατημένης Ελλάδας για να αποφασίσουν για το μέλλον του έθνους και της επανάστασης, η οποία είχε εδραιωθεί.
Η Συνέλευση αυτή είχε λιγότερο ενθουσιασμό από την πρώτη και πολύ περισσότερο σκεπτικισμό και καχυποψία.
Οι στρατιωτικοί της Επανάστασης, οι πρώην κλεφταρματολοί, θεωρούσαν ότι ήταν ριγμένοι στο μοίρασμα της εξουσίας.
Δεν συμμετείχαν στην πρώτη εθνοσυνέλευση, δεν έλαβαν σημαντικές θέσεις στο Εκτελεστικό και στο Βουλευτικό, αρνούνταν να αποδεχθούν την πρωτοκαθεδρία των προεστών και των νησιωτών. Με επικεφαλής τον δοξασμένο, μετά τα Δερβενάκια, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, διεκδικούσαν ένα μεγάλο μερίδιο εξουσίας.
Αρκετοί ανάμεσά τους, κυρίως ο Κολοκοτρώνης, πίστευαν πως μια αυταρχική, ισχυρή, στρατιωτική κυβέρνηση, με τους ίδιους να τη στελεχώνουν, ήταν απολύτως απαραίτητη για τη συνέχιση του αγώνα.
Εκαναν λάθος βέβαια, γιατί υπερτιμούσαν τις διοικητικές τους ικανότητες και υποβάθμιζαν τη διεθνή διάσταση.
Η ουσία όμως ήταν αυτή: το πρωτόλειο νεωτερικό θεσμικό οικοδόμημα που κατασκεύασαν οι δυτικότροποι διανοούμενοι και αποτέλεσε το πρώτο ελληνικό κρατικό μόρφωμα, άρχισε να τους ενοχλεί.

Σπασμωδική αντίδραση
Το Σύνταγμα της Επιδαύρου ήταν προσωρινό και η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου/Νέγρη, που διαχειρίστηκε αρχικώς την εξουσία, αδύναμη.
Ηταν ευκαιρία να γίνει στο Αστρος η ανατροπή αλλά οι συσχετισμοί και πάλι δεν ευνοούσαν τους στρατιωτικούς καθώς έλεγχαν μόνο το 1/3 των εκπροσώπων.
Αντέδρασαν σπασμωδικά.
Από τη μία επιχείρησαν να απειλήσουν τα μέλη της Συνέλευσης συγκεντρώνοντας τα στρατεύματά τους στα γύρω χωριά και ενθαρρύνοντας έκτροπα και επεισόδια.
Από την άλλη, όμως, δεν μπόρεσαν να κινηθούν με στοιχειώδη στρατηγική μέσα στη Συνέλευση ή να συμμαχήσουν, έστω βραχυπρόθεσμα, με παράγοντες με τους οποίους είχαν κοινά συμφέροντα ή οπτική.

Ηταν αναμενόμενο να τους δυσαρεστήσει το αποτέλεσμα της εθνοσυνέλευσης και να αισθανθούν και πάλι αποκλεισμένοι.
Είχαν δίκιο; Αρκετό.
Ας μην ξεχνάμε ότι σε αυτούς όφειλε το έθνος την απελευθέρωσή του.
Αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι είχαν τις ικανότητες να το κυβερνήσουν.
Ομως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμενε κανείς ή όπως η λαϊκότροπη ιστοριογραφία τα παρουσιάζει.
Ο εμφύλιος πόλεμος που θα ξεσπάσει δεν θα είναι μία σύγκρουση πολιτικών/στρατιωτικών, «πονηρών κοτζαμπάσηδων» και «αγνών αγωνιστών», «ολιγαρχικών» και «δημοκρατικών», όπως έχει, εντελώς λανθασμένα, χαρακτηριστεί.
Δεν θα είναι ταξικός πόλεμος γιατί η κοινωνία είναι παραδοσιακή και οι σχέσεις προνεωτερικές.

Βέβαια, αρχικώς, οι στρατιωτικοί είχαν επαφές μεταξύ τους και ίσως τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά εάν δεν συνέβαιναν ταυτόχρονα δύο γεγονότα που δεν πρέπει καθόλου να μας εκπλήσσουν:
α) Οι προεστοί της Πελοποννήσου διχάστηκαν.
Η μία μερίδα συμμάχησε με τους νησιώτες και τους διανοούμενους,
β) Ο Κολοκοτρώνης παράτησε τους στρατιωτικούς που τον ακολουθούσαν και συμμάχησε με την άλλη μερίδα των προεστών, ειδικότερα με την οικογένεια Δεληγιάννη.

Οι δύο αντιτιθέμενες ομάδες κατέληξαν σε έναν προσωρινό συμβιβασμό.
Η μία ομάδα θα έλεγχε το εκτελεστικό (με αντιπρόεδρο τον Κολοκοτρώνη) και η άλλη το Βουλευτικό.
Το Βουλευτικό όμως είχε ισχυροποιηθεί με το αναθεωρημένο Σύνταγμα (το οποίο έγινε ακόμα πιο δημοκρατικό και φιλελεύθερο) και ο Κολοκοτρώνης απέτυχε να το ελέγξει.
Οταν το Βουλευτικό θα εκλέξει (παρά τους δισταγμούς του) τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ως πρόεδρο, ο Κολοκοτρώνης θα εκραγεί – γιατί προετοίμαζε για τη θέση τον, εξ αγχιστείας συγγενή του πλέον, Αναγνώστη Δεληγιάννη.
Ο Κολοκοτρώνης απείλησε ανοιχτά τον Μαυροκορδάτο και οι άντρες του τα μέλη του Βουλευτικού με άσκηση βίας. Ουσιαστικά επιχείρησαν ένα πραξικόπημα.
Αλλά τα μέλη του Βουλευτικού δεν θα υποχωρήσουν, θα επιμείνουν στην εκλογή Μαυροκορδάτου και τελικά θα συγκρουστούν με ολόκληρο το Εκτελεστικό, θα το καταργήσουν και θα το αντικαταστήσουν. Για ένα διάστημα η Επανάσταση έχει δύο αντιμαχόμενες κυβερνήσεις, στην πρώτη φάση του Εμφυλίου.

Το Βουλευτικό, οι Υδραίοι και οι προεστοί της Αχαΐας (Ζαΐμης, Λόντος) θα επικρατήσουν.
Θα αντιμετωπίσουν με επιείκεια τους ηττημένους αλλά οι Υδραίοι (Κουντουριώτηδες) θα τους αποκλείσουν από τη νέα επαναστατική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί το φθινόπωρο του 1824.
Η δεύτερη φάση του Εμφυλίου είναι αγριότερη αλλά τα στρατόπεδα πιο διακριτά.
Από τη μια όλοι, σχεδόν, οι σημαντικοί προεστοί και στρατιωτικοί της Πελοποννήσου (και οι Ζαΐμης/Λόντος) και από την άλλη οι Υδραίοι που χρησιμοποιούν τους εμπειροπόλεμους Ρουμελιώτες για να επικρατήσουν.
Το έθνος έχει λάβει το πρώτο δάνειο και ένα μεγάλο μέρος του θα χρησιμοποιηθεί για να πληρωθούν ο Καραϊσκάκης, ο Γκούρας, ο Μακρυγιάννης και οι Σουλιώτες που θα συντρίψουν τους αδύναμους και αποθαρρημένους Πελοποννήσιους.
Οι καταστροφές, οι λεηλασίες, οι εξευτελισμοί είναι πρωτοφανείς.
Η δολοφονία του Πάνου Κολοκοτρώνη θα ρίξει τον πατέρα του σε κατάθλιψη.
Οι νικητές και πάλι θα φερθούν με αρκετή επιείκεια.
Θα τους υποχρεώσει σε αυτό και η απόβαση του Ιμπραήμ που θα οδηγήσει σε δεύτερη αμνηστία και ανάθεση της αρχιστρατηγίας και πάλι στον Κολοκοτρώνη.
Αλλά δεν πρέπει να υποτιμούμε και να ξεχνάμε το εξής:
Οι άνθρωποι αυτοί είχαν συμφέροντα, εγωισμούς, εμμονές αλλά στο τέλος της ημέρας ήταν έτοιμοι να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους. Γιατί είχαν συνείδηση της ιστορικής σημασίας των επιλογών τους. Ο σκοπός τους ήταν ιερός – και έτσι τον έβλεπαν.

Πολιτικός νικητής
Εάν υπάρχει ένας πολιτικός νικητής του Εμφυλίου δεν είναι οι Κουντουριώτηδες αλλά ο Ιωάννης Κωλέττης.
Είναι αυτός που αποκτά, χειρίζεται αριστοτεχνικά και διατηρεί τον έλεγχο των Ρουμελιωτών.
Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος σε όλο αυτό το διάστημα απομονώθηκε στο Μεσολόγγι και δεν ανέλαβε ποτέ καθήκοντα προέδρου στο Βουλευτικό, παρά τις εκκλήσεις των βουλευτών. Ασχολήθηκε αποκλειστικά με την εξασφάλιση του δανείου, την υποδοχή του Μπάιρον, τη διεθνή αναγνώριση του Αγώνα αλλά κυρίως με την καλή οργάνωση της άμυνας στη Δυτική Στερεά.
Θα προσπαθήσει, μάταια, να αποτρέψει τον δεύτερο γύρο και θα περιθάλψει τους ηττημένους, όταν αυτοί θα καταφύγουν σ’ αυτόν, γιατί τον εμπιστεύονται. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μαυροκορδάτος και η ομάδα του (Τρικούπης, Πολυζωίδης, Κλονάρης) θα σώσουν μία δεκαετία αργότερα τον Κολοκοτρώνη, όταν θα τον στοχοποιήσουν δύο μέλη της αντιβασιλείας.

Υπάρχει κι ένας τρίτος γύρος του Εμφυλίου.
Θα ξεσπάσει αμέσως μετά τη δολοφονία Καποδίστρια και θα διαρκέσει μέχρι την άφιξη του Οθωνα. Είναι ο πλέον άγνωστος, ο μακρύτερος σε διάρκεια και ο πιο φοβερός.
Φαίνεται να αποδεικνύει στην Ευρώπη ότι οι Ελληνες δεν μπορούν να αυτοκυβερνηθούν.
Αυτό όμως που συμβαίνει στην Ελλάδα δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα.
Οπως γράφει ο David Armitage, κάθε μεγάλη επανάσταση εμπεριέχει και έναν εμφύλιο πόλεμο.
Ο δικός μας εμφύλιος, αν πρέπει οπωσδήποτε να χαρακτηριστεί, έστω σχηματικά, ήταν ένας εμφύλιος της παράδοσης με τη νεωτερικότητα. Ευτυχώς τον κέρδισε η δεύτερη.

* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ). Η σειρά άρθρων με θέμα τα φιλελεύθερα, δημοκρατικά και νεωτερικά χαρακτηριστικά της Επανάστασης του 1821 αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος του ΚΕΦίΜ με θέμα «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση».

kathimerini.gr

Αλίκη Βουγιουκλάκη - Μια συνέντευξη

 
«Σκύλα είμαι. Ποια γατούλα;»: H μόνη ειλικρινής συνέντευξη που έδωσε ποτέ η Αλίκη Βουγιουκλάκη
Γιατί ενοχλείσαι όταν σε αποκαλούν φαινόμενο; 
Γιατί δεν είμαι.
-Είσαι. 
Από πλευράς δημοτικότητας κι από πλευράς διάρκειας αυτής της δημοτικότητας. 
Καμία άλλη... 
Ξέρεις τι θα μπορούσα να σου πω, με όλο μου το θράσος πια, γιατί αρκετά έχω κάνει το καλό κορίτσι;
Καμία άλλη δεν έχει και τη δική μου δυνατότητα, για να μη χρησιμοποιήσω την ιερή λέξη ταλέντο. - Μήπως μπορείς να μου αναλύσεις την «ιερή» αυτή λέξη; 
Είναι η συνισταμένη πολλών πραγμάτων.
Η εργατικότητα, η αγάπη και η αφοσίωση στη δουλειά, η πίστη, οι στόχοι, η εξωτερική εμφάνιση, και είναι και το θείο χάρισμα που λέγεται «γκελ», ακτινοβολία.
Ε, όλα αυτά εγώ τα έχω.
Και θα παίξω και αρχαία τραγωδία.
Θα το κάνω, να ξέρεις.
Είμαι πολύ πεισματάρα εγώ.
- Μα υπάρχουν πολλοί που δεν αμφισβητούν το ταλέντο σου. 
Ξέρω τι με φτήνηνε εμένα.
Ο κινηματογράφος.
Φυσικά, αυτό δεν θα γινόταν αν είχα σκηνοθέτη τον Μπέργκμαν ή τον Αντονιόνι.
Αλλά ξέρεις κάτι;
Αν αύριο πέθαινα, θα συνέβαινε ό,τι και με την Μέριλιν Μονρόε στην Αμερική.
Ενώ όλοι την περιφρονούσαν και την θεωρούσαν κατώτερο προϊόν, μόλις πέθανε, ενώσαν κομμάτια απ’ τις ταινίες της και είπαν «κοιτάξτε τι μεγάλο φαινόμενο και τι σπουδαία ηθοποιός που ήταν».
- Θα ήθελα να μου πεις εσύ πώς σε φτήνηνε ο κινηματογράφος. 
Πάρε ένα πολύτιμο πετράδι και τύλιξέ το με χρωματιστές κορδέλες και σελοφάν.
Θα το προσέξεις;
Έτσι έγινε και στη δική μου περίπτωση.
Το ουσιαστικό μου δυναμικό καλύφθηκα στην πορεία, καταχωνιάστηκε, σκεπάστηκε με διάφορα περιτυλίγματα, πιο λαμπερά εξωτερικά.
- Δηλαδή, παραδέχεσαι ότι σε έφθειρε κατά κάποιον τρόπο ο κινηματογράφος; 
Καθόλου!
Το μέταλλο το καλό δεν φθείρεται.
Απλώς, στέρησε πολλά από τη σοβαρότητα μου, μάλλον από τη σοβαροφάνειά μου.
- Παρίστανες δηλαδή τη σοβαρή; 
Ο Έλληνας, ξέρεις, εντυπωσιάζεται από τη σοβαροφάνεια, ο Έλληνας ο δήθεν της καλής τάξεως, της πολύ μπερδεμένης αυτής καλής τάξεως, να, όσοι συχνάζουν στην πλατεία Κολωνακίου, όλοι αυτοί οι αντιπαθέστατοι τύποι.
Αυτό μου έκανε ο κινηματογράφος.
- Λίγο μπερδεμένο και αυτό που λες εσύ... 
Το λες με αγανάκτηση ή με πίκρα; 
Με πίκρα, όχι γι’ αυτά που λένε οι άλλοι, αλλά για μένα την ίδια γιατί, μπαίνοντας σ’ αυτό το δρόμο, δεν μπόρεσα να λυτρωθώ ακόμα.
Για μένα η λύτρωση βρίσκεται στη σκηνή.
Είμαι γνήσια θεατρίνα εγώ και θα πεθάνω απάνω στο σανίδι.
Εκεί βρίσκω τη μεγαλύτερη ηδονή μου.
- Είκοσι ολόκληρα χρόνια, είχες όλον τον καιρό και, από ένα σημείο και μετά, και όλες τις δυνατότητες να λυτρωθείς με τον τρόπο που το εννοείς. 
Δεν τόλμησα να το κάνω.
Γιατί δεν μπορούσα από τη μια μεριά να είμαι τοποθετημένη στην κορυφή του σταρ-σύστεμ, κι από την άλλη να πείθω τον κόσμο ότι είμαι γεννημένη για τους μεγάλους ρόλους.
Όπως και είμαι, όπως και θα το αποδείξω ότι είμαι!
- Τον δρόμο του σταρ-σύστεμ τον διάλεξες, νομίζω, μόνη σου. 
Γιατί, λοιπόν, παραπονιέσαι; 
Ξεκίνησα να γίνω ηθοποιός κι αυτό είναι θέμα ζωής για μένα.
Δεν έγινα ηθοποιός για να γίνω σταρ.
Αυτό ήρθε και καλώς ήρθε, δεν με πειράζει κι ούτε το αρνιέμαι.
Από τις πρώτες μου ταινίες είχα μεγάλη απήχηση, έτσι μπήκα σ’ αυτό το δρόμο.
- Μετανιώνεις καμιά φορά για τις ταινίες που έχεις κάνει; 
Άνθρωπος συγκροτημένος σαν κι εμένα, άνθρωπος που ξέρει πού βαδίζει, άνθρωπος που τα έχει τετρακόσια, μπορεί να μετανιώσει για πράγματα που έχει κάνει;
Είμαι περήφανη για τις ταινίες μου, οι οποίες μπορεί να μην ήταν μεγαλόπνοες, είχαν όμως σοβαρότητα και συνέπεια.
Κι αν θες να ξέρεις ακόμα, ήμουν εγώ αυτή που συμφιλίωσε το κοινό με τον ελληνικό κινηματογράφο, που έκανε το κοινό να αγαπήσει τους Έλληνες ηθοποιούς, που ανέβασε το κασέ των Ελλήνων ηθοποιών.
Πάντως, εγώ δεν είμαι κι η πιο κερδισμένη οικονομικά απ’ αυτή τη δουλειά, ούτε έγινα τόσο πολύ πλούσια.
Υπάρχουν, βέβαια, εκατό τρόποι για να λύσει κανείς τα οικονομικά του προβλήματα, δεν τους χρησιμοποίησα, γιατί δεν με ενδιαφέρει τόσο το χρήμα.
- Σαν ποιοι τρόποι, δηλαδή; 
Για μια γυναίκα της προβολής και της θέσεως της δικής μου ένας πλούσιος γάμος.
Νομίζω ότι θα μου έλυνε χίλια-δυο προβλήματα και θα μου έδινε τη δυνατότητα να παίξω όποιο έργο θέλω, χωρίς να έχω το άγχος μήπως χάσω αύριο, ή και να σταματάω όποτε θέλω.
Διάβασα κάπου τη δήλωση ενός συναδέλφου, δεν θυμάμαι τίνος, ότι 35 χρόνια που παίζει στο θέατρο, θα μπορούσε να έχει κάνει λεφτά... 
- Ο κύριος Χορν το είπε. 
Λοιπόν, δεν γίνονται τα λεφτά στο θέατρο.
Ή, τουλάχιστον, τα λεφτά που έχει ο συνάδελφος.
Αλλά τι σημασία έχουν τώρα τα λεφτά;
Μιλάμε για πράγματα που δεν μετράνε.
- Αντίθετα, επικρατεί η φήμη ότι αυτό το μετράει πολύ στη ζωή σου. 
Με λένε φιλοχρήματη, γιατί ζητούσα μεγάλο κασέ στον κινηματογράφο.
Λοιπόν, ήθελα να πάρω υψηλό κασέ για να πω ότι το πήρα.
Το ίδιο το χρήμα δεν το αγαπώ, δεν το πιάνω στα χέρια μου, όσο ήμουν με τον Δημήτρη είχα τι χρώμα έχει το κατοστάρικο.
Δεν θέλω να πω, βέβαια, ότι το χρήμα δεν μου έδωσε και ορισμένες δυνατότητες.
Άλλο όμως αυτό.
Και εξ άλλου, τα χρήματα αυτά τα κέρδισα με τον μόχθο μου, τα έφερνα και τα έπαιρνα. 
- Σ’ αυτό το παιχνίδι, σ’αυτή τη συναλλαγή, που τόσο ρεαλιστικά την τοποθέτησες, είχες ποτέ την εντύπωση ότι σε μεταχειρίζονται σαν προϊόν; 
Πάντα.
- Και δεν σε ενοχλεί αυτό; 
Όχι, γιατί ξέρω ότι έπρεπε να κάνουν τη δουλειά τους.
- Επομένως, η συνεργασία σου με τους εργοδότες σου θα πρέπει να ήταν αρμονική. 
Δεν θέλω να μιλήσω άσχημα για τον Φίνο, γιατί τον εκτιμάω πολύ, μ’ όλο που εκείνος, σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη, είπε πως έκανα εγώ ό,τι ήθελα.
Θα τον ρωτήσω, όμως, «γιατί τότε, κύριε Φίνο, με κρατούσατε;
Αφού σας καταπίεζα, γιατί δεν με διώχνατε;
Μήπως γιατί κερδίζατε αρκετά χρήματα από μένα;
Ε, τότε δεν είναι πολύ λεβέντικο να βγαίνετε και να κάνετε δηλώσεις για μια γυναίκα από την οποία κερδίζατε χρήματα».
 Όχι, δεν έκανα ό,τι ήθελα στον Φίνο, απλώς έτυχε να έχω πάρα πολύ καλό γούστο και ήθελα να τους το επιβάλλω όσο μπορούσα.
Θέλω, ωστόσο, να προσθέσω ότι όπως ο κύριος Φίνος μού αναγνωρίζει ότι αποτελώ φαινόμενο στον χώρο αυτό, έτσι κι εγώ θέλω να πω ότι, χωρίς εκείνον, ο κινηματογράφος πέθανε.
Είναι λυπηρό αυτό κι είναι ακόμα πιο λυπηρό, γιατί γίνεται κακός κινηματογράφος στην τηλεόραση. - Πήγες όμως κι εσύ στην τηλεόραση... 
Ναι, πήγα, παρόλο που δεν την εκτιμώ.
Πήγα γιατί, τώρα που δεν υπάρχει σινεμά, μου προσφέρει τη δυνατότητα να επικοινωνήσω με το πλατύ κοινό, να του υπενθυμίσω την παρουσία μου, να του στείλω τα μηνύματά μου.
- Ο Τύπος ποιον ρόλο έπαιξε στη δημιουργία του «φαινομένου Βουγιουκλάκη»; 
Με βοήθησε ο Τύπος, αλλά βοήθησα κι εγώ πολύ τον Τύπο να ασχολείται μαζί μου.
Είχαν πάντα θέμα.
Γενικά, μπορώ να πω ότι είμαι το χαϊδεμένο παιδί του ελληνικού Τύπου.
- Ακόμα; Γιατί νομίζω ότι υπάρχει μια τάση ρεαλιστικής αντιμετώπισης τον «φαινομένου» σου, αν θες, μια διάθεση απομυθοποίησης, όπως έγινε στην εκπομπή «Παρασκήνιο» και ό,τι ακολούθησε μετά την προβολή του... 
Το θέμα με το «Παρασκήνιο» είναι πράγματι οι κακοήθειες που γραφτήκαν μετά.
Ακούσε φράση ενός τηλεκριτικού:
«Τρεις άντρες, ο Παπαστάθης, ο Γεωργουσόπουλοςκαι ο Φίνος, μόνοι και αβοήθητοι, τη Βουγιουκλάκη την κατετρόπωσαν».
Αν είναι αντρίκιο να βάλει το χέρι του κι ένας τέταρτος για να με δολοφονήσουν, έχω να τους πω ότι εγώ είμαι εφτάψυχη γάτα.
Ένας άλλος πάλι, στην Καθημερινή, ο κύριος Χρηστίδης, συνάδελφος γαρ, έγραψε τέσσερις στήλες για να αποδείξει ότι το μοναδικό ταλέντο της Βουγιουκλάκη είναι ότι δεν έχει ταλέντο.
Θέλω να πω εδώ ότι έχω τόσο πολύ ταλέντο, που δεν μπόρεσε ούτε με μια ολόκληρη σελίδα στην εφημερίδα να αποδείξει το αντίθετο.
Η κυρία Παπαδοπούλου είπε ότι χρησιμοποίησα τον γιο μου στην εκπομπή.
Τι ήθελε να βάλω;
Τον σκύλο μου;
Δεν έχω σκύλο, το παιδί μου έχω.
Πιστεύω ότι το «Παρασκήνιο», σαν εκπομπή, δεν είχε κακές προθέσεις, είχε προθέσεις αντικειμενικότητας απέναντι μου.
Θυμάμαι τον Γεωργουσόπουλο που κατέληγε:
«Η Αλίκη, ας πούμε, συμβιβάστηκε κι έπαιξε πράγματα που δεν ήταν γι' αυτήν.
Αλλά πόσοι αρχιτέκτονες σήμερα θα μπορούσαν να κάνουν κι αυτοί τον Παρθενώνα, κι όμως δημιούργησαν αυτά τα τέρατα από μπετόν;»
- Σε ενοχλεί ο τίτλος «κορίτσι τον λαού»; 
Δεν περιφρονώ καθόλου αυτό το κοινό μου, αλλά, πώς να το κάνουμε, δεν είμαι το κορίτσι του ελληνικού λαού, είμαι απλώς μια ηθοποιός. 
- Σε αποκαλούν ακόμα «γατούλα». 
Αυτό πραγματικά θα πρέπει να σ’ενοχλεί. 
Σκύλα γίνομαι.
Ποια γατούλα;
Γατούλα μια γυναίκα τόσο υπεύθυνη;
- Λένε επίσης ότι ζηλεύεις τις νεότερες ηθοποιούς. 
Μα υπάρχει πιο νέα;
- Από πλευράς ηλικίας, μάλλον. 
Α, όταν λέμε πιο νέα, εννοούμε την ηλικία.
Τότε είναι σαν να μου λες αν ζηλεύω το γιο μου, που είναι επτά χρόνων.
- Η διατήρηση της ομορφιάς και της φρεσκάδας σου είναι ένα άλλο στοιχείο του μύθου σου. 
Του τωρινού... 
Δεν είμαι δα τόσο μεγάλη στα 38 μου χρόνια.
Όσο για τη φρεσκάδα μου, την οφείλω, νομίζω, στη ζωτικότητά μου.
- Σε αποκαλούν ακόμα, Αλίκη, «κατεστημένο». 
Το λένε αυτοί που θέλουν να πάρουν τη θέση μας.
Μου φαίνεται σαχλαμάρα όταν το ακούω.
Είναι κι αυτό μια μόδα, όπως η κουλτούρα, οι κουλτουριάρηδες.
-Τι σκέφτεσαι γι' αυτούς; 
Οι άνθρωποι που έχουν την κουλτούρα, δεν μιλάνε γι’ αυτήν.
Και δεν νομίζω ότι κουλτούρα στο θέατρο είναι να μαζευτούμε δέκα άνθρωποι και να πάμε να κάνουμε μια επιθεώρηση στο Παγκράτι, για να κερδίσουμε λεφτά και να μην μπορούμε να σταθούμε τον χειμώνα.
Μαζεύονται πολλοί σταρ για να κάνουν έναν σταρ.
- Ας γυρίσουμε σε σένα, Αλίκη. 
Θα ήθελα να μου πεις ποια είναι η Αλίκη σήμερα. 
Σαν γυναίκα είμαι ευαίσθητη, ευάλωτη, τρυφερή, ελπίζω πάντα ότι αύριο θα έρθει μια καλύτερη μέρα.
Όχι ότι περιμένω τίποτα το συγκλονιστικό τώρα πια.
Διαβαίνω τον κύκλο μου συνειδητά και ξέρω πού θα ’ναι το τέλος, η κατάληξη.
- Πού θα είναι η κατάληξη; 
Ξέρω ότι μάλλον θα τελειώσω τη ζωή μου μόνη, με τους  λίγους φίλους, στους οποίους θα δίνω και θα παίρνω, ελπίδες κυρίως, που τόσο θα τις έχω ανάγκη στα δύσκολα χρόνια που θα έρθουν.
- Πόσο δύσκολα πιστεύεις ότι θα είναι αυτά τα χρόνια; 
Όχι πολύ, γιατί είμαι προετοιμασμένη.
Μήπως για όλες τις γυναίκες δεν έρχονται τα δύσκολα χρόνια;
Όλες θα περάσουμε την κρίση του γάμου, είτε χωρίσουμε είτε όχι, το μεγάλωμα και τα βάσανα των παιδιών, το γκρέμισμα των ελπίδων, το σβήσιμο των ονείρων, για όλες θα έρθει η στιγμή που θα κοιτάξουμε τα χέρια μας και θα τα δούμε χαρακωμένα από ρυτίδες, με μια βέρα εκεί στην άκρη να τα στολίζει.
Εκείνη ίσα-ίσα τη στιγμή δεν θα πρέπει να χάσουμε το κουράγιο μας για τη ζωή.
Πολλές φορές, λέω ν’ απαρνηθώ το θέατρο και να κάνω έναν καλό γάμο, όσο είναι ακόμα καιρός, ένα γάμο που θα μ’ εξασφαλίσει και θα με απαλλάξει από τα άγχη·
-  Γιατί δεν τον κάνεις λοιπόν; 
Γιατί δεν μπορώ να παντρευτώ κάποιον που δεν θα έχει μιλήσει στην ψυχή και κυρίως στο μυαλό μου.
Είμαι ένας άνθρωπος μιας άλφα κουλτούρας εγώ, αρκετά ενημερωμένη, κατατοπισμένη σε όλα, μ' αυτά τα εφόδια, μ’ αυτές τις εμπειρίες, δεν μπορώ να κάνω κανένα συμβιβασμό.
-Και σαν ηθοποιός; 
Ποια είναι η Αλίκη σήμερα; 
Είμαι μια εργαζόμενη γυναίκα, όπως τόσες άλλες, δυναμική, αν και δεν τόλμησα να κάνω απ’ την αρχή αυτά που ήθελα.
Αλλά χαίρομαι, γιατί έφτασα επιτέλους στο σημείο να τολμήσω, κι αυτή τη στιγμή που σου μιλάω, είμαι έτοιμη να παντρευτώ τους σπουδαίους ρόλους, αυτούς που ονειρευόμουν από μικρή.
-Έδινες πάντα την εντύπωση πως αγωνίστηκες, πως έκανες ό,τι ήταν δυνατόν για να έχεις την αγάττη του κόσμου, για να είσαι η πρώτη, για ν' ασχολούνται μαζί σου. 
Σε ενδιέφερε πραγματικά τόσο πολύ αυτό; 
Πολύ, γιατί να το κρύψω;
Τι θυσίασες για να γευτείς αυτή τη λατρεία; 
Θυσίασα τη ζωή μου, την εφηβεία μου, την ελευθερία μου.
Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να δουλέψω πολύ για ν’ αρέσω στον κόσμο.
Δεν έκανα πράγματα που θα ήθελα ή που θα έπρεπε να κάνω, για να μην δυσαρεστήσω τον κόσμο. Όπως, παραδείγματος χάρη, ότι δεν διέλυσα το γάμο μου την ώρα που έπρεπε.
- Κοιτάζεις καμιά φορά προς τα πίσω, Αλίκη; 
Κι αυτό που βλέπεις τι συναισθήματα σου δημιουργεί; 
Το μόνο που σκέφτομαι καμιά φορά είναι το πόσο έχω κουραστεί και πόσες φορές δεν σταμάτησα στην πηγή για να πιω νερό, ενώ διψούσα, παρά το άφηνα να κυλήσει μέσα απ' τις χούφτες μου κι έμεινα διψασμένη γι’ αυτό που λέμε ζωή.
Για τις απλές ανθρώπινες γεύσεις και εμπειρίες.
- Ποιες είναι αυτές για σένα; 
Ένα καλό βιβλίο, μια καλή μουσική, ειλικρινείς φίλοι, άνθρωποι που μου πάνε - χωρίζω, ξέρεις, τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες, στους κοσμικούς, οι οποίοι δεν με αφορούν, και στους πνευματικούς, στους οποίους πιστεύω ότι ανήκω.
Να ζήσεις τις ερωτικές στιγμές σου, τις μεγάλες στιγμές.
Εγώ, ξέρεις, είμαι ένα ερωτικό πλάσμα αυτό καθαυτό, όπως είμαι θεατρίνα, έτσι είμαι και γυναίκα ιδιαίτερα ερωτική, με την ευρύτερη έννοια.
Εκπέμπω κάτι, είμαι και καλός δέκτης και η σχέση μου με το κοινό έχει έναν ερωτισμό.
- Τελικά, θεωρείς ότι είσαι μια πετυχημένη γυναίκα; 
Ας πούμε «πετυχημένη» σε εισαγωγικά.
Γιατί πραγματικά πετυχημένη θεωρώ εγώ τη γυναίκα που έχει πιάσει και τη ζωή απ’ τα μαλλιά, ενώ εμένα η περίπτωση ζωή μου έχει ξεφύγει.
Μη νομίσεις, ωστόσο, ότι αισθάνομαι δυστυχισμένη, παρ' όλο που είμαι χωρισμένη γυναίκα, παρ’ όλο που είμαι πολύ μόνη μου.
Περνάω μια περίοδο μεταβατική.
Όταν κλείνει η αυλαία και φεύγω από το θέατρο, γυρίζω σπίτι μόνη, αισθάνομαι τόση μοναξιά μετά απ’ όλη αυτή τη φασαρία, απ’ όλα αυτά τα χειροκροτήματα.
Ευτυχώς, υπάρχει η αμπιγιέζ μου, η Νότα, την πήρα μαζί μου, κι έτσι έχω έναν άνθρωπο να μου πει μια καληνύχτα.
Οι δικοί μου οι άνθρωποι είναι οι απλοί, ταπεινοί άνθρωποι, η Νότα, η μαγείρισσά μου, ο σοφέρ μου, ο πορτιέρης του θεάτρου.
Με τους άλλους, τους ξένους, αισθάνομαι λίγο μαζεμένη.
Πηγή: lifo.gr