Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2025

«Ανίκανη» η πράσινη ανάπτυξη να μας σώσει από την ηχορύπανση

Το άρθρο μπορεί να είναι παλιό,αλλά δυστυχώς τα προβλήματα από την ηχορύπανση συνεχώς επιδεινώνονται και η πολιτεία κωφεύει στις συνεχείς εκλύσεις των πολιτών για βοήθεια!!!
Η ηχορύπανση αποτελεί τη δεύτερη σοβαρότερη ρύπανση μετά την ατμοσφαιρική.
Η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα τον θόρυβο ως πρόβλημα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Ακόμα και στην νεοεισαχθείσα στην Ελλάδα "πράσινη ανάπτυξη", το ζήτημα του θορύβου δεν περιλαμβάνεται. Αυτά προέκυψαν στην ημερίδα που διοργάνωσαν το ΙΕΜΑ (Ινστιτούτο Έρευνας και Ακουστικής) και το ΕΛΙΝΑ (Ελληνικό Ινστιτούτο Ακουστικής) με τίτλο "Θόρυβος: ένα πρόβλημα που χρειάζεται λύσεις". 
Το 600 π.Χ., οι Συβαρίτες της Κάτω Ιταλίας είχαν απαγορέψει τις θορυβώδεις εργασίες, όπως τη μεταλλουργία, στα όρια της πόλης τους.
Ομοίως, στην αρχαία Ρώμη τα άρματα δεν επιτρέπονταν να κυκλοφορούν τη νύχτα.
Στη σημερινή πολύβουη και εξαιρετικά σύνθετη ζωή οι θόρυβοι έρχονται από όλες τις μεριές: το κυκλοφοριακό, τα αεροσκάφη, τη βιομηχανία, τις οικοδομικές εργασίες, οικιακές συσκευές ακόμα και από τη διασκέδαση. 
Το ανθρώπινο αυτί δέχεται την ένταση του ήχου μέχρι τα 140db (ντεσιμπέλ), που είναι και το όριο πόνου.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θεσπίσει από το 1999 ως ανώτατο όρι θορύβου τα 55db, ενώ το κατώφλι για την αύξηση του κινδύνου είναι τα 60db.
Σημαντικό ρόλο παίζει τί είδους είναι ο ήχος, κρουστικός, επαναλαμβανόμενος, στιγμιαίος ή με αυξομειώσεις.
Ενδεικτικά μια μέτρηση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου έδειξε ότι στη λεωφόρο Κηφισίας ο θόρυβος κυμαίνεται από τα 65db ως 84db.
Μια ηλεκτρική σκούπα έχει ήχο 70-80db και το σεσουάρ 90db.
Οι γιατροί Νίκος Σωτηρόπουλος και Αλέξανδρος Χαραλαμπίδης αναπτύσσοντας τις επιπτώσεις του θορύβου στην υγεία που υποτιμώνται, αλλά είναι ύπουλες και έρχονται με τα χρόνια, ανέφεραν ότι "η έκθεση στο θόρυβο σχετίζεται με επιδείνωση ψυχικών ασθενειών, στεφανιαία νόσο, αύξηση αρτηριακής πίεσης και αγγειακών νοσημάτων, αύξηση κορτιζόλης και χοληστερόλης, παχυσαρκία, αγχωτικά επεισόδια, παρεμπόδιση ύπνου, 
βλάβη ακοής, 
μείωση της απόδοσης των εργαζομένων και των μαθητών."
Η Φωτεινή Χιωνιανάκη, πολιτικός μηχανικός και περιβαλλοντολόγος επισήμανε ότι "οι περιβαλλοντικοί όροι στην Ελλάδα παραμένουν πλημμελείς".
Τα όρια που ισχύουν για τον κυκλοφοριακό θόρυβο με το Ν17252/20.5.1992 του ΥΠΕΧΩΔΕ επιτρέπουν 67-70db για νέα οδικά έργα και σε απόσταση 2 μέτρα από την πρόσοψη του κτιρίου. "Αυτός ο νόμος, πέρα του ότι δεν εφαρμόζεται, αφορά δρόμους που κατασκευάστηκαν μετά το 1981, όχι, για παράδειγμα, τη Βασιλίσσης Σοφίας" επισημαίνει η κ. Χιωνιανάκη.
Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν πραγματοποιήσει μελέτες και έχουν θεσπίσει όρια που τα τηρούν.
Η Ιταλία καθιέρωσε όριο σε σχέση με το χαρακτήρα κάθε περιοχής, ας πούμε σε μέρη που βρίσκονται νοσοκομεία και σχολεία το πρωί το όριο είναι 50db και το βράδυ 40db.
Η Ρώμη, όπως και το Βερολίνο έχουν χωριστεί σε κατηγορίες σε σχέση με την ακουστική κατηγοριοποίηση των περιοχών. 
Ο Τάσος Βασιλειάδης, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος -σύμβουλος ακουστικής, ανέφερε ότι "στην Ελλάδα για την προστασία από το θόρυβο υπάρχει νομοθεσία από το 1981 (Ν1180/1981) και έκτοτε έχει συμπληρωθεί με άλλες νομοθετικές διατάξεις.
Πάσχουμε όμως στην εφαρμογή, υπάρχουν και εσωτερικές ασάφειες στους νόμους, δεν έχουν γίνει μελέτες και δεν πραγματοποιούνται έλεγχοι". 
Ενδιαφέρον αποτελεί η εφαρμογή του νόμου της κοινής ησυχίας, όταν "η στάθμη του θορύβου κρίνεται υποκειμενικά κατ' εκτίμηση της αστυνομικής αρχής, όπως αναφέρεται στην αντίστοιχη νομοθεσία", ενημέρωσε ο κ.Βασιλειάδης.
Ο Μανόλης Τζεκάκης, καθηγητής αρχιτεκτονικής, αναφέρθηκε στην ηχοπροστασία στους χώρους διαβίωσης. 
Ο "ελληνικός κανονισμός κτιριακής ηχοπροστασίας" χωρίζει τα κτίρια σε πέντε κατηγορίες ακουστικής άνεσης (από πολύ υψηλή ως πολύ χαμηλή).
Παλιότερα οι κατηγορίες ήταν τρεις (υψηλή-κανονική-χαμηλή) και όλα τα κτίρια έπρεπε να καλύπτουν τουλάχιστον τη μεσαία κατηγορία. Στο νέο κανονισμό "δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξης σε κατηγορία, πρέπει όμως να εκπονηθεί μελέτη ηχοπροστασίας και να επιλεγεί μια κατηγορία που θα χαρακτηρίζει το κτήριο.
Δεν εφαρμόζεται όμως έλεγχος από τις πολεοδομικές υπηρεσίες. "
πηγή:http://www.protothema.gr

Ανώτατα επιτρεπόμενα όρια θορύβου

Οι ενεργοί πολίτες ζητούν και έχουν πετύχει πολλά.

Περί ρυθμίσεως θεμάτων αναγομένων εις τα της ιδρύσεως και λειτουργίας βιομηχανιών, βιοτεχνιών,
πάσης φύσεως μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποθηκών και τη εκ τούτων διασφαλίσεως
περιβάλλοντος εν γένει.
Για τις εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε επαφή με κατοικούμενα κτίσματα το ανώτερο επιτρεπόμενο όριο θορύβου καθορίζεται στα 45 dB(Α), ανεξάρτητα από την περιοχή που βρίσκεται η εγκατάσταση. Ο θόρυβος τότε μετριέται μέσα στο κατοικημένο κτίσμα με ανοιχτές πόρτες και παράθυρα.
Ως ανώτατα επιτρεπόμενα όρια θορύβου, στο όριο ιδιοκτησίας της δραστηριότητας καθορίζονται τα
ακόλουθα :
α. Για αστικές περιοχές : τα 50 dB(A)
β. Για περιοχές που κυριαρχεί εξ ίσου το αστικό και το βιομηχανικό στοιχείο: τα 55 dB(A)
γ. Για περιοχές που κυριαρχεί το βιομηχανικό στοιχείο: τα 65 dB(A)
δ. Για θεσμοθετημένες βιομηχανικές περιοχές : τα 70 dB(A)
ε. Μέσα σε κατοικούμενα κτίσματα, ανεξαρτήτως σε ποια περιοχή βρίσκονται: τα 45 dB(A)

Σε δεκάδες χιλιάδες μετριούνται οι πρόωροι θάνατοι από καρδιακές ασθένειες που καταγράφονται ετησίως και αποδίδονται στη μακροχρόνια έκθεση σε θόρυβο

Το άρθρο μπορεί να είναι παλιό,αλλά δυστυχώς επίκαιρο όσο ποτέ!!!

Hμερομηνία δημοσίευσης: 20-07-08
75 ντεσιμπέλ σε ώτα μη ακουόντων!
Εκτός ορίων η ηχορρύπανση στην Αθήνα αλλά και το ΥΠΕΧΩΔΕ, που έχασε την ευρωπαϊκή προθεσμία για σύνταξη χαρτών θορύβου 
«Τους ξύπνησες όλους. Γιατί;»
Ποιος θυμάται πια εκείνη τη διαφημιστική εκστρατεία κατά της ηχορρύπανσης;
Σίγουρα όχι οι Αρχές, που εδώ και πολλά χρόνια φαίνεται να έχουν κλείσει μάτια και… αυτιά στο πρόβλημα.
Ούτε το καμπανάκι κινδύνου που κρούουν οι ειδικοί (ο θόρυβος βλάπτει την ανθρώπινη υγεία, όπως η μόλυνση του νερού και του αέρα, τονίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) ούτε καν οι συνεχείς διαμαρτυρίες των κατοίκων των μεγαλουπόλεων, ότι η ηχορρύπανση αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες υποβάθμισης της ποιότητας ζωής τους, διαταράσσουν τον ύπνο των αρμοδίων, που αμελούν και τις σχετικές ευρωπαϊκές υποχρεώσεις τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι έναν χρόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας για τη σύνταξη στρατηγικών χαρτών θορύβου σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις άνω των 250.000 κατοίκων (θα έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί πέρυσι τον Ιούνιο), οι ελληνικές Αρχές δεν έχουν καν προκηρύξει τον σχετικό διαγωνισμό.
Και ο θόρυβος συνεχίζεται…
Σύμφωνα με τελευταίες μετρήσεις, οι κάτοικοι των μεγαλουπόλεων στη χώρα μας εκτίθενται σε πολλά παραπάνω ντεσιμπέλ από το ανώτατο θεσμοθετημένο όριο, ενώ η Αθήνα, ο Πειραιάς, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, το Ηράκλειο και η Λαμία συγκαταλέγονται στις πιο θορυβώδεις πόλεις της Ευρώπης.
Υπολογίζεται ότι το 60% των κατοίκων της πρωτεύουσας υποφέρει από τον αστικό και κυκλοφοριακό θόρυβο, ο οποίος ξεπερνά κατά μέσον όρο τα 75 dB (ντεσιμπέλ) ενώ το όριο ανοχής του ανθρώπινου οργανισμού έχει καθοριστεί στα 70.
Οπως είναι αναμενόμενο, σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται όσοι ζουν κοντά σε λεωφόρους με πυκνή κυκλοφορία.
Εχει βρεθεί ότι η στάθμη θορύβου στα μπαλκόνια των ψηλότερων κτιρίων δίπλα στη λεωφόρο Κηφισού, στην περιοχή του Μοσχάτου και του Νέου Φαλήρου ξεπερνά τα 80 dB, ενώ υπάρχουν περιοχές του κέντρου στις οποίες η ένταση ξεπερνά τα 100 dB τις περισσότερες ώρες της ημέρας και της νύχτας…
Την κύρια πηγή θορύβου στην πρωτεύουσα αποτελεί η κυκλοφορία των οχημάτων και ιδίως των δικύκλων.
Υπολογίζεται πως το 5% των αυτοκινήτων και το 40% των δικύκλων που κυκλοφορούν στην Αττική εκπέμπουν στάθμες θορύβου υψηλότερες από τις επιτρεπόμενες.
Και ως γνωστόν, με μοτοσυκλέτες πραγματοποιείται το 10,8% του συνολικού μεταφορικού έργου στην Ελλάδα, με τον αντίστοιχο μέσον όρο της Ε.Ε. να μην ξεπερνά το 2,9% (στη χώρα μας αντιστοιχεί ένα δίκυκλο ανά δύο αυτοκίνητα, στην Ευρώπη η αναλογία είναι 1:7).
Οπως χαρακτηριστικά λέει στην «Κ» ο επίκουρος καθηγητής του Εργαστηρίου Ακουστικής του ΕΜΠ Γιώργος Καμπουράκης, η επιβάρυνση που προκαλούν οι μηχανές είναι πολύ μεγάλη, «μόλις περνάει δίκυκλο, η στάθμη του θορύβου αυξάνεται κατά 10–12 dB», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ενώ όμως ο νέος ΚΟΚ προβλέπει πρόστιμο 83 ευρώ και αφαίρεση των στοιχείων κυκλοφορίας στα οχήματα χωρίς σιγαστήρα στην εξάτμιση και πρόστιμο 17 ευρώ σε κάθε άσκοπη χρήση της κόρνας, ουδείς πραγματοποιεί τους σχετικούς ελέγχους (αρμόδια είναι η Τροχαία).
Του λόγου το αληθές έχει επιβεβαιώσει με πορίσματά του και ο Συνήγορος του Πολίτη, στον οποίο φθάνουν συνεχώς καταγγελίες σχετικές με ηχορρύπανση.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά σε έκθεσή του, «ο έλεγχος του εκπεμπόμενου θορύβου από τα οχήματα από τις αρμόδιες υπηρεσίες είναι από ανύπαρκτος έως ελλιπής», ενώ επίσης «δεν υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος της ποιότητας κατασκευής των εξατμίσεων των οχημάτων». Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις, επίσης, παρατηρεί ο Συνήγορος, στις οποίες έχουν ληφθεί μέτρα περιορισμού του θορύβου γύρω από μεγάλους οδικούς άξονες.
«Μικροκλίμα» θορύβου
Παντελής έλλειψη ελέγχων, ωστόσο, παρατηρείται και όσον αφορά την ηχορρύπανση που προκαλείται από τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος.
Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, δεν προβλέπεται η λήψη ηχομονωτικών μέτρων προκειμένου να χορηγηθεί άδεια λειτουργίας ενός καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, ενώ κανείς δεν ελέγχει εάν τοποθετούνται ηχεία σε εξωτερικούς χώρους μολονότι κάτι τέτοιο απαγορεύεται. «Ακόμα κι όταν διενεργούνται έλεγχοι, οι δήμαρχοι σπάνια προβαίνουν στην προσωρινή σφράγιση του καταστήματος», αναφέρεται σε πόρισμα του Συνηγόρου. «Η κατάσταση βαίνει από το κακό στο χειρότερο», αναφέρει ο κ. Καμπουράκης. «Δεν είναι μόνο το κυκλοφοριακό. Η άνοδος της θερμοκρασίας και η αύξηση της χρήσης κλιματιστικών έχει δημιουργήσει στην Αθήνα ένα “μικροκλίμα” θορύβου, που ταλαιπωρεί ιδιαίτερα τους κατοίκους.
Δεν υπάρχει ωστόσο καμία κινητοποίηση από τις Αρχές για την αντιμετώπιση του προβλήματος, ούτε καν σε επίπεδο καμπάνιας.
Τα αρμόδια όργανα είναι υποστελεχωμένα, με αποτέλεσμα να μη γίνονται οι απαραίτητοι έλεγχοι και μετρήσεις». Επί της ουσίας, προσθέτει, ο καθένας είναι ελεύθερος να προσθέσει «μια νέα πηγή θορύβου στην πόλη».
Από Σεπτέμβριο…
Επειτα από τα παραπάνω, δεν αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμα προχωρήσει στη σύνταξη στρατηγικών χαρτών θορύβου, όπως οφείλουμε βάσει ευρωπαϊκής οδηγίας.
Πράγματι, σύμφωνα με τον επικεφαλής του τμήματος Καταπολέμησης Θορύβων του ΥΠΕΧΩΔΕ, Νικόλαο Καραμέρο, υπήρξε καθυστέρηση «γιατί παραλάβαμε ημιτελή κατάσταση». «Δεν εντάχθηκε το έργο στο Γ΄ ΚΠΣ, τώρα το εντάξαμε στο Δ΄ ΚΠΣ και προχωράμε. Υπολογίζω τον Σεπτέμβριο να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για τη χαρτογράφηση του θορύβου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη», σημειώνει.
Σύμφωνα πάντως με την τελευταία χαρτογράφηση θορύβου (είχε πραγματοποιηθεί το 1997), οι περισσότεροι οδικοί άξονες του κέντρου της Αθήνας αντιμετωπίζουν προβλήματα ηχορρύπανσης, ειδικά τις ώρες αιχμής. Στο «κόκκινο» βρίσκονται οι οδοί Πατησίων, Αχαρνών και Κηφισίας, στις οποίες σύμφωνα με τους ειδικούς θα πρέπει να μειωθεί η κίνηση στο μισό προκειμένου οι κάτοικοι να «καταλάβουν διαφορά»…
Επιπτώσεις στην υγεία
Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, 110 εκατομμύρια άνθρωποι στις ανεπτυγμένες βιομηχανικά χώρες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στην εργασία και στον ύπνο τους εξαιτίας της ηχορρύπανσης.
Σε δεκάδες χιλιάδες μετριούνται οι πρόωροι θάνατοι από καρδιακές ασθένειες που καταγράφονται ετησίως και αποδίδονται στη μακροχρόνια έκθεση σε θόρυβο, ενώ υπολογίζεται ότι 120 εκατομμύρια εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν προβλήματα ακοής εξαιτίας της εργασίας σε συνθήκες θορύβου.
Οι επιπτώσεις της συνεχούς έκθεσης σε θόρυβο ποικίλλουν.
Διαρκής έκθεση, για παράδειγμα, σε στάθμη 30 dB προκαλεί διαταραχές ύπνου και αίσθημα κόπωσης, έκθεση σε στάθμη 50 dB διαταραχές του λόγου και της επικοινωνίας, έκθεση σε 80 dB διαταραχές στη συμπεριφορά, ευερεθιστότητα και επιθετικότητα, αλλά και προβλήματα στην απόδοση στην εργασία, τη μνήμη κ.λπ.
Σε υψηλότερα επίπεδα, ο θόρυβος μπορεί να προκαλέσει επίσης καρδειαγγειακές και άλλες παθοφυσιολογικές διαταραχές.
Στις «παράπλευρες» συνέπειες της έκθεσης σε θόρυβο είναι και η πρόκληση ατυχημάτων μέσω της οδήγησης.
Ιδιαίτερη ευαισθησία στην ηχορρύπανση εμφανίζουν τα παιδιά, ενώ ο θόρυβος επιδρά δυσμενώς και στη μαθησιακή διαδικασία.
Σε έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Ακουστικών Σημάτων και Τεχνολογίας ΜΜΕ του ΕΜΠ σε νηπιαγωγεία έδειξε ότι συχνά επικρατούν στάθμες θορύβου άνω των 85 dB.
«Εάν επρόκειτο για χώρους εργασίας θα χρειάζονταν ωτασπίδες!» σημειώνει ο επίκουρος καθηγητής του ΕΜΠ Γιώργος Καμπουράκης.
           Της Λινας Γιανναρου
                kathimerini.gr