
Το σπάρτο το κόβαμε με το δρεπάνι από χαμηλά μετά το θέρο.
Τότε ήτανε τρυφερά τα σπάρτα γιατί τα κόβαμε κάθε χρόνο και δε μεγαλώνανε να ξεραθούνε όπως γίνεται τώρα.
Αφού το κόβαμε, το δέναμε ματσάκια με το ίδιο το σπάρτο και το βάναμε στη θάλασσα.
Το πλακώναμε στην άκρη να το σκεπάζει η θάλασσα.
Το αφήναμε έτσι οχτώ ημέρες και μετά το βγάναμε.
Βρίσκαμε μια πέτρα, αγριωπή αμμουδέρα και έτσι όπως τα είχαμε ματσάκια μικρά, τα τρίβαμε να φύγει η πράσινη πέτσα.
Μείνεσκε η κλωστή, το άσπρο από μέσα.
Το φέρναμε τότε αυτό και το απλώναμε να στεγνώσει.
Μετά τραβάγαμε το ξύλο (το εσωτερικό) και έμενε πια το μαλλί.
Αυτό το ξέναμε (το αναφουφουλιάζαμε ) και μετά το κάναμε τουλούμπα, το βάναμε στη ρόκα και το γνέθαμε με τη δρούγα.
Φτιάχναμε προικιά,
λιόπανα,
ράσινα,
κουπωτές, που τις στρώναμε αντί για σεντόνια – δεν είχαμε σεντόνια και σακιά σπάρτινα είχαμε για το αλεύρι.
Τα στρώματα που κοιμόμαστε (αυτά που τα γεμίζαμε σάλμη, την αλλάζαμε κάθε χρόνο) και τα τσουβάλια τα φτιάναμε από λινάρι*
Το βάφαμε το σπάρτο κι έπαιρνε ένα ωραίο χρώμα.
Και είχαμε δυο κουπωτές***
Μια τρανταφυλλιά και μια πράσινη.
Την πράσινη την είχε μαργελώσει** με τρανταφυλλί αζούρι και την τρανταφυλλιά με πράσινο.
Ο σκώρος δεν το τρώει το σπάρτο.
*λινάτσες-σακιά από λινάρι
**μαργελώνω - στριφώνω, ρελιάζω
***κουπωτή-ιδιαίτερο σχέδιο κουβέρτας από πρόβειο μαλλί με μάλλινο υφάδι και ειδικό λεπτό βαμβακερό νήμα για στημόνι και ανάγλυφα σχέδια.
~~~~~~~~~~~~~
Το σπάρτο ή σπάρτος (επιστημονική-λατινική ονομασία Spartium junceum = σπάρτιον το βουρλοειδές) είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη κυαμώδη και στην οικογένεια χεδρωπά ή κυαμοειδή, η οποία χαρακτηρίζεται από τα πενταμερή ζυγόμορφα άνθη με μορφή πεταλούδας.
Αποτελεί το μοναδικό είδος του γένους του και είναι θάμνος με καταγωγή από τη Λεκάνη της Μεσογείου, που φθάνει σε ύψος μέχρι τα τρια μέτρα.
Έχει μακριούς, λεπτούς, μυτερούς στην άκρη βλαστούς, που είναι σχεδόν γυμνοί, χωρίς φύλλα.
Τα άνθη του είναι κίτρινα, αρωματικά και σχηματίζουν βότρυες. Ανθίζει από τα μέσα Απριλίου μέχρι τον Ιούνιο, αν και πολλές φορές η ανθοφορία μπορεί να παραταθεί μέχρι και τον Αύγουστο.
Ο καρπός του είναι χέδρωπας, όταν ωριμάσει, σκορπίζει τους σπόρους.
Απαντά αυτοφυές σε όλη την Ελλάδα.
Τα φυτά βρίσκονται διάσπαρτα σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές, και είναι από τα πιο κοινά θαμνώδη είδη στην Ελλάδα.
Χρησιμοποιείται συχνά ως καλλωπιστικό για τα εύοσμα και εντυπωσιακά του κίτρινα άνθη, σε πάρκα, κήπους, κατά μήκος των εθνικών οδών, και αλλού.
Τα σπάρτα καλλιεργούνται επίσης ως καλλωπιστικά για τα εύοσμα και εντυπωσιακά τους κίτρινα άνθη και τοποθετούνται κατά μήκος των δρόμων αλλά και, λόγω του δυνατού ριζικού συστήματος τους, για την συγκράτηση των διαβρωμένων εδαφών.
Οι βλαστοί τους χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καλαθιών και ψάθινων καπέλων.
Παλαιότερα χρησιμοποιούταν για την παραγωγή γνέματος, που είχε την ιδιότητα να μη προσβάλλεται από κανένα έντομο, και υφαντών εξαιρετικής αντοχής.
επιμέλεια κειμένου ntina