Ο Ερυσίχθονας ο Θεσσαλός ήταν μυθικός γιος του Μυρμιδόνα ή του Τρίοπα και εγγονός του θεού Ποσειδώνα!
Ο Ερυσίχθονας ήταν γνωστός για την ασέβειά του.
Όταν έπαψαν η γη και η θάλασσα να αναστατώνονται, βγήκαν οι άνθρωποι από τις σπηλιές που ζούσαν και άρχισαν τον αγώνα της επιβίωσης.
Η Δήμητρα, αδελφή του Δία και του Ποσειδώνα, βλέποντας τον δύσκολο αγώνα των ανθρώπων για την επιβίωσή τους, αποφάσισε να τους βοηθήσει.
Τους έδωσε σπόρους από σιτάρι και τους έμαθε πώς να φροντίζουν και να καλλιεργούν τη γη.
Οι άνθρωποι τιμούσαν τη θεά σε ιερούς χώρους, όπου ζούσαν οι Ιέρειες της Δήμητρας. Ένας απ' αυτούς ήταν το Δώτιο πεδίο...
Όταν έπαψαν η γη και η θάλασσα να αναστατώνονται, βγήκαν οι άνθρωποι από τις σπηλιές που ζούσαν και άρχισαν τον αγώνα της επιβίωσης.
Η Δήμητρα, αδελφή του Δία και του Ποσειδώνα, βλέποντας τον δύσκολο αγώνα των ανθρώπων για την επιβίωσή τους, αποφάσισε να τους βοηθήσει.
Τους έδωσε σπόρους από σιτάρι και τους έμαθε πώς να φροντίζουν και να καλλιεργούν τη γη.
Οι άνθρωποι τιμούσαν τη θεά σε ιερούς χώρους, όπου ζούσαν οι Ιέρειες της Δήμητρας. Ένας απ' αυτούς ήταν το Δώτιο πεδίο...
και τι έκανε ο Ερυσίχθων;
Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε μια βελανιδιά,μια δρύς!
Φύτρωνε στο ιερό δάσος της Δήμητρας.
Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε μια βελανιδιά,μια δρύς!
Φύτρωνε στο ιερό δάσος της Δήμητρας.
Ήταν αφιερωμένη στη θεά.
Δέντρο θεόρατο.
Δέντρο θεόρατο.
Τεράστιο!
Τόσο μεγάλο όσο όλο το δάσος!
Η Γαία τη γέννησε.
Η Γαία τη γέννησε.
Οι Αιώνες την μεγάλωσαν!
Οι υπόγειοι ποταμοί την πότιζαν!
Τα σύννεφα της έλουζαν τα φύλλα και τα κλαδιά.
Οι υπόγειοι ποταμοί την πότιζαν!
Τα σύννεφα της έλουζαν τα φύλλα και τα κλαδιά.
Οι άνεμοι τη χτένιζαν.
Οι άνθρωποι,ευλαβικοί όπως ήταν, την αγαπούσαν,
Οι άνθρωποι,ευλαβικοί όπως ήταν, την αγαπούσαν,
την καμάρωναν και την στόλιζαν με γιρλάντες,
με κορδελάκια,
με στιχάκια που χάραζαν στον κορμό της.
Ο βασιλιάς Ερυσίχθων γυιός του Τρώπα από τη Θεσσαλία,περιφρονούσε τους θεούς.
Ποτέ δεν κάπνισαν οι βωμοί από τις δικές του θυσίες.
Κάποτε αποφάσισε να την κόψει.
Ο βασιλιάς Ερυσίχθων γυιός του Τρώπα από τη Θεσσαλία,περιφρονούσε τους θεούς.
Ποτέ δεν κάπνισαν οι βωμοί από τις δικές του θυσίες.
Κάποτε αποφάσισε να την κόψει.
Διέταξε τους δούλους του μα αυτοί δίστασαν.
Έπιασε το τσεκούρι μόνος του.
Έπιασε το τσεκούρι μόνος του.
Χτύπησε.
Αίμα ανάβλυσε από τον ιερό κορμό.
Μια φωνή τον προειδοποίησε:
-Είμαι η νύμφη της Δήμητρας!
Μια φωνή τον προειδοποίησε:
-Είμαι η νύμφη της Δήμητρας!
Αυτή είναι η κατοικία μου.
Τρέμε ανόσιε άνθρωπε για την τιμωρία που θα σε βρει!
Κάποιος-ένας μόνο-προσπάθησε να τον εμποδίσει.
Μια τσεκουριά του πήρε το κεφάλι.
Με περισσότερη μανία ρίχτηκε, ο ανόσιος, στο φοβερό του έργο.
Τελικά, με κόπο πολύ, την έριξε χάμω.
Κάποιος-ένας μόνο-προσπάθησε να τον εμποδίσει.
Μια τσεκουριά του πήρε το κεφάλι.
Με περισσότερη μανία ρίχτηκε, ο ανόσιος, στο φοβερό του έργο.
Τελικά, με κόπο πολύ, την έριξε χάμω.
Μαζί της έπεσαν και πάρα πολλά δέντρα του δάσους.
Οι αδελφές της, οι Δρυάδες, ντύθηκαν πένθιμα.
Οι αδελφές της, οι Δρυάδες, ντύθηκαν πένθιμα.
Κλαίγοντας πήγαν στη θεά Δήμητρα.
Της είπαν για το κακό που τις βρήκε.
Θύμωσε η θεά και το κούνιμα του κεφαλιού της έκανε τα στάχια να τρέμουν.
Για να τιμωρήσει τον ένοχο εφηύρε μια ποινή που τον έκανε αληθινά άξιο για οίκτο.
Ένας ανεμοστρόβιλος έφερε την Πείνα στο παλάτι του!
Την ώρα που κοιμόταν,εγκαταστάθηκε εκεί και γέμισε τα σπλάχνα του με τα δηλητήριά της.
Ξύπνησε και διέταξε ν'αδειάσουν τον ουρανό από τα πουλιά,τη γη από τα ζώα και τη θάλασσα από τα ψάρια.
Της είπαν για το κακό που τις βρήκε.
Θύμωσε η θεά και το κούνιμα του κεφαλιού της έκανε τα στάχια να τρέμουν.
Για να τιμωρήσει τον ένοχο εφηύρε μια ποινή που τον έκανε αληθινά άξιο για οίκτο.
Ένας ανεμοστρόβιλος έφερε την Πείνα στο παλάτι του!
Την ώρα που κοιμόταν,εγκαταστάθηκε εκεί και γέμισε τα σπλάχνα του με τα δηλητήριά της.
Ξύπνησε και διέταξε ν'αδειάσουν τον ουρανό από τα πουλιά,τη γη από τα ζώα και τη θάλασσα από τα ψάρια.
Μα όσο κι αν έτρωγε πεινούσε πιο πολύ!
Όλα τα κρέατα,
Όλα τα κρέατα,
όλοι οι καρποί, τίποτα δεν μπορούσε να τον χορτάσει.
Ξόδεψε όλα τα πλούτη του.
Ξόδεψε όλα τα πλούτη του.
Όλο του το βασίλειο.
Πούλησε και την κόρη του, την ενάρετη Μίστρα, για να αγοράσει τροφές!
Στο τέλος άρχισε να τρώει τις ίδιες του τις σάρκες!!!
Αυτός είναι ο μύθος του Ερυσίχθονα, εκείνου που “κοκκίνησε τη γη”-όπως το όνομα μεταφράζεται ελεύθερα. - antifono.gr
Στο τέλος άρχισε να τρώει τις ίδιες του τις σάρκες!!!
Αυτός είναι ο μύθος του Ερυσίχθονα, εκείνου που “κοκκίνησε τη γη”-όπως το όνομα μεταφράζεται ελεύθερα. - antifono.gr
ο μύθος του Ερυσίχθονα
Μια ημέρα ο Ερυσίχθων πήρε μαζί του 20 δούλους του και πήγε στο άλσος που είχαν αφιερώσει οι Πελασγοί στη θεά Δήμητρα.
Εκεί διέταξε τους δούλους να κόψουν τα δέντρα για να μπορέσει να χτίσει εκεί παλάτι στο οποίο θα γλεντούσε με τους φίλους του.
Ανάμεσα στα άλλα δέντρα βρισκόταν και μία πανύψηλη λεύκα που ήταν το αγαπημένο δέντρο της Δήμητρας.
Γύρω από τη λεύκα αυτή οι Δρυάδες Νύμφες έψελναν τα όμορφα τραγούδια τους και χόρευαν τους μαγικούς χορούς τους.
Ο ασεβής Ερυσίχθονας δεν σταμάτησε το καταστρεπτικό του έργο ούτε μπροστά στο ιερό αυτό δέντρο.
Με την πρώτη όμως τσεκουριά που του έδωσε παρουσιάσθηκε ενώπιόν του η ιέρεια της Δήμητρας Νικίππη, που δεν ήταν παρά η ίδια η θεά μεταμορφωμένη.
Η ιέρεια προσπάθησε να σταματήσει το κόψιμο των δέντρων, αλλά ο Ερυσίχθονας την απείλησε με την αξίνα του.
Η θεά τότε πέταξε τη μεταμφίεση της ιέρειας και εμφανίσθηκε με όλη της τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια.
Οι δούλοι σκόρπισαν από δω και από κει, και ήταν έτοιμοι να πεθάνουν από τον φόβο τους.
Η Δήμητρα όμως τους λυπήθηκε και τους άφησε να φύγουν χωρίς να τους βλάψει, ενώ τον ασεβή Ερυσίχθονα τον τιμώρησε με ακράτητη πείνα.
Από τη στιγμή εκείνη ο Ερυσίχθων άρχισε να τρώει ό,τι έβρισκε μπροστά του.
Αφού έφαγε ό,τι φαγώσιμο βρισκόταν στο σπίτι του και όλα του τα ζώα, άρχισε να γυρίζει στους δρόμους και να αρπάζει τις προσφορές από τους βωμούς.
Οι δυστυχισμένοι οι γονείς του δεν ήξεραν πώς να τον βοηθήσουν.
Ο πατέρας του κατέφυγε στον Ποσειδώνα, ο οποίος όμως ήταν εξίσου ανίκανος να θεραπεύσει τον εγγονό του από το κακό που τον βρήκε.
Στο μεταξύ ο Ερυσίχθονας βασανιζόταν όλο και περισσότερο από την πείνα.
Πούλησε την κόρη του Μήστρα για να αγοράσει τρόφιμα.
Αλλά η Μήστρα, που ήταν μάγισσα, επέστρεψε στο σπίτι της και παρεκάλεσε και πάλι τον Ποσειδώνα.
Ο θεός, μη μπορώντας να βοηθήσει τον Ερυσίχθονα, έδωσε στη Μήστρα την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε διάφορα ζώα και να ξεφεύγει από τον πατέρα της.
Μία εκδοχή αναφέρει ότι η Μήστρα, από δική της πρωτοβουλία, εκμεταλλεύθηκε το χάρισμα της μεταμορφώσεως για να πουλιέται ως δούλα συνεχώς και να βοηθά έτσι τον πατέρα της.
Αλλά στο τέλος, ο Ερυσίχθονας, μη έχοντας να φάει τίποτα πια, άρχισε να τρώει τις ίδιες του τις σάρκες μέχρι που πέθανε.
Εκεί διέταξε τους δούλους να κόψουν τα δέντρα για να μπορέσει να χτίσει εκεί παλάτι στο οποίο θα γλεντούσε με τους φίλους του.
Ανάμεσα στα άλλα δέντρα βρισκόταν και μία πανύψηλη λεύκα που ήταν το αγαπημένο δέντρο της Δήμητρας.
Γύρω από τη λεύκα αυτή οι Δρυάδες Νύμφες έψελναν τα όμορφα τραγούδια τους και χόρευαν τους μαγικούς χορούς τους.
Ο ασεβής Ερυσίχθονας δεν σταμάτησε το καταστρεπτικό του έργο ούτε μπροστά στο ιερό αυτό δέντρο.
Με την πρώτη όμως τσεκουριά που του έδωσε παρουσιάσθηκε ενώπιόν του η ιέρεια της Δήμητρας Νικίππη, που δεν ήταν παρά η ίδια η θεά μεταμορφωμένη.
Η ιέρεια προσπάθησε να σταματήσει το κόψιμο των δέντρων, αλλά ο Ερυσίχθονας την απείλησε με την αξίνα του.
Η θεά τότε πέταξε τη μεταμφίεση της ιέρειας και εμφανίσθηκε με όλη της τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια.
Οι δούλοι σκόρπισαν από δω και από κει, και ήταν έτοιμοι να πεθάνουν από τον φόβο τους.
Η Δήμητρα όμως τους λυπήθηκε και τους άφησε να φύγουν χωρίς να τους βλάψει, ενώ τον ασεβή Ερυσίχθονα τον τιμώρησε με ακράτητη πείνα.
Από τη στιγμή εκείνη ο Ερυσίχθων άρχισε να τρώει ό,τι έβρισκε μπροστά του.
Αφού έφαγε ό,τι φαγώσιμο βρισκόταν στο σπίτι του και όλα του τα ζώα, άρχισε να γυρίζει στους δρόμους και να αρπάζει τις προσφορές από τους βωμούς.
Οι δυστυχισμένοι οι γονείς του δεν ήξεραν πώς να τον βοηθήσουν.
Ο πατέρας του κατέφυγε στον Ποσειδώνα, ο οποίος όμως ήταν εξίσου ανίκανος να θεραπεύσει τον εγγονό του από το κακό που τον βρήκε.
Στο μεταξύ ο Ερυσίχθονας βασανιζόταν όλο και περισσότερο από την πείνα.
Πούλησε την κόρη του Μήστρα για να αγοράσει τρόφιμα.
Αλλά η Μήστρα, που ήταν μάγισσα, επέστρεψε στο σπίτι της και παρεκάλεσε και πάλι τον Ποσειδώνα.
Ο θεός, μη μπορώντας να βοηθήσει τον Ερυσίχθονα, έδωσε στη Μήστρα την ικανότητα να μεταμορφώνεται σε διάφορα ζώα και να ξεφεύγει από τον πατέρα της.
Μία εκδοχή αναφέρει ότι η Μήστρα, από δική της πρωτοβουλία, εκμεταλλεύθηκε το χάρισμα της μεταμορφώσεως για να πουλιέται ως δούλα συνεχώς και να βοηθά έτσι τον πατέρα της.
Αλλά στο τέλος, ο Ερυσίχθονας, μη έχοντας να φάει τίποτα πια, άρχισε να τρώει τις ίδιες του τις σάρκες μέχρι που πέθανε.
στην φωτογραφία - Ο Ερυσίχθονας πουλά την κόρη του, Μήστρα», χαρακτικό του Γιόχαν Βίλχελμ Μπάουρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου