συντάκτης:Φοίβος Γκικόπουλος από την εφημερίδα των συντακτών
οι καλαμιές στο φύσημα του αέρα |
Σ’ ένα ποίημά του, νομίζω στο Romanzero, ο Χάινε παραθέτει (ίσως χωρίς να προβλέπει μέχρι τέλους τις συνέπειες) τη γνώση της ευτυχίας και τη συνειδητοποίηση της δυστυχίας, ενώνοντάς τες σε μια τέλεια επιστήμη της φαντασίας.
Αμέσως μετά όμως, εμπιστεύεται γνώση, συνείδηση και επιστήμη στην αφώτιστη αγκαλιά του υποσυνείδητου.
Αν θυμάμαι καλά, ο Χάινε λέει πάνω κάτω τα ακόλουθα: θέλω να ονειρευτώ πως βρίσκομαι σ’ ένα νησί του Νότου, με μια πανέμορφη και λαμπερή θάλασσα μπροστά μου, βουτηγμένος στον χρυσό αέρα, θέλω να ονειρευτώ πως είμαι ξαπλωμένος σ’ ένα βράχο, να κοιτώ τον σκαμμένο από το φως ουρανό, κι εκεί, στη γαλήνη, κάτω από τα φοινικόδεντρα… να ονειρεύομαι.
Δεν ξέρω βέβαια αν ο Χάινε το κατάλαβε, αλλά να ονειρεύεσαι ότι ονειρεύεσαι είναι το άκρον άωτον ακόμη και για τον ειδικό της ρομαντικής ειρωνείας.
Θα ήταν σωστό, αν το να ονειρεύεσαι σήμαινε να ονειρεύεσαι ότι ονειρεύεσαι.
Πράγματι, μπορεί να κοιμηθούμε και να ονειρευτούμε πως ονειρευόμαστε.
Εδώ όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά.
Εδώ να ονειρεύεσαι σημαίνει να φαντάζεσαι, να φαντάζεσαι πως είσαι «αλλού» και να κάνεις «άλλα» πράγματα.
Η ειρωνεία τείνει προς μια γραμμική φούγκα, αλλά ο Χάινε την κλείνει μέσα σ’ έναν κύκλο, συμπιέζοντας το άπειρο σε μία σκάφη. Ολόκληρο το know-how πάνω στην ευτυχία δεν τον εμποδίζει να περιγράψει τη φυλακή της δυστυχίας όπου μπαίνουμε με τη φαντασία, αφού γκρεμίσουμε τη φυλακή της αλήθειας.
Αυτό το ποίημα του Χάινε είναι φοβερό, γιατί αποδεικνύει ότι με τη φαντασία μας μπορούμε να δραπετεύσουμε: σε μια άλλη φυλακή.
Να φαντάζεσαι ότι φαντάζεσαι, να φαντάζεσαι πως βρίσκεσαι αλλού μόνο και μόνο για να μπορείς να μην είσαι ούτε εκεί, να ονειρεύεσαι πως κάνεις «κάτι άλλο», για να μπορείς να ονειρεύεσαι πως κάνεις ακόμη «άλλα πράγματα», να τοποθετείς το όνειρό σου σ’ ένα νησί του Νότου για να μπορείς να ονειρευτείς, είναι ομολογία αποτυχίας: όχι της ζωής (που γνωρίζουμε πως δεν είναι τέλεια) αλλά της φαντασίας (που τελικά είναι το μόνο διορθωτικό της ατέλειάς της).
Από ποιο «αλλού» θα μπορούσαμε να σκεφτούμε κάποιο άλλο «αλλού»;
Κι όλη η φαντασία, η έμπνευση, η ειρωνεία, το μέτρο και η ρίμα χρειάζονται λοιπόν για να μας μεταφέρουν στις θάλασσες του Νότου, για να μας κάνουν ν’ αναπηδήσουμε στο κρεβάτι μας;
Ακόμη κι η ράμπα εκτόξευσης της φαντασίας πρέπει να 'ναι φανταστική;
Οι ποιητές φτάνουν γρήγορα στα σύνορα της φαντασίας.
Εμείς, αντίθετα, πιστεύουμε πως είμαστε ελεύθεροι γιατί παίζουμε στο κέντρο του κελιού και δεν χτυπάμε ποτέ το κεφάλι μας στα σίδερα.
Ο κόσμος πιστεύει στην παντοδυναμία της φαντασίας.
Οποιος τη ζυγίζει ολόκληρη, πειραματίζεται πάνω στις ίδιες του τις πλάτες.
Αποχωρεί, εγκαταλείπει.
Υστερα, μαθαίνει να βάζει το αόριστο στη θέση του άπειρου και να μην την περιμένει πια «στην εξουσία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου