Ο Αμερικανός φιλόσοφος και δασολόγος Άλντο Λίοπολντ (Aldo Leopold) δούλεψε πάνω στην Ιδέα της ηθικής στο φυσικό σύστημα και στην καλλιέργειά της μέσα από την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων σε αυτό, κι έφτασε το 1949 στη διατύπωση της περιβαλλοντικής ηθικής, μιας φιλοσοφίας για τον τρόπο που ο άνθρωπος πρέπει να λειτουργεί σε σχέση με τη φύση.
Αυτήν την ανέπτυξε στο εμβληματικό έργο του «Land Ethic».
Τούτο το κατόρθωσε αφού πριν διέβη τον Ρουβίκωνα της αυτογνωσίας, αρχικώς ως Διευθυντής Δασών της πολιτείας του Νιου Μέξικο κι αφετέρου ως κυνηγός και θηρευτής.
Διαπίστωσε με τον καιρό ότι αυτές του οι ιδιότητες δεν του πρέπουν, αφού είναι ωφελιμιστικές και δολοφονικές, και λειτουργούν σε βάρος της φύσης, η οποία αποτελεί το εύκολο θύμα του (ισχυρού) ανθρώπου.
Αναθεώρησε μετά τούτων τον τρόπο του τού ζην κι αφιερώθηκε στην καλλιέργεια κι ανάπτυξη μιας ηθικής για τη φύση, που (όπως διαπίστωσε μέσα από την προηγούμενη κατατριβή του στις δραστηριότητές του στη φύση) έλειπε στον τρόπο αντιμετώπισης των φυσικών συστημάτων από τον άνθρωπο, με όποια ιδιότητα αυτός κι αν λειτουργούσε (ως επιστήμονας, ως πολιτικός, ως φιλόσοφος, ως φυσιολάτρης κ.λπ.)
Η ηθική του Λίοπολντ στηρίζεται στην αρχή ότι τ’ άτομα στη γη συγκροτούν μια φυσική κοινότητα, με αλληλοεξαρτώμενες σχέσεις, λειτουργώντας στα πλαίσια μιας ολότητας.
Στην ολότητα αυτή περιλαμβάνεται η έμβια αλλά και η άβια ζωή, ενώ σε όλους ανεξαιρέτως τους οργανισμούς προσδίδονται εγγενείς αξίες.
Έχουμε συνεπώς ένα παλλόμενο σε όλες του τις διαστάσεις Σύμπαν, ένα ζωντανό σε κάθε του κλίμακα σύστημα (από τη μίκρο μέχρι τη μάκρο κλίμακά του).
Ο άνθρωπος βρίσκεται όχι απλά σε σχέση συνεργασίας με τη φύση, αλλά σε σχέση ενότητας με αυτήν, δυνάμενος έτσι να εκφράσει πηγαίως και ειλικρινώς τα συναισθήματά του, αναπτύσσοντας την ηθική που στο φυσικό σύστημα αρμόζει για την ομαλή φυσική λειτουργία του.
Τα συναισθήματα του ανθρώπου αναφέρονται συνολικά στο φυσικό υποκείμενο, κατά τρόπο ολιστικό, έτσι που τελικώς να προάγεται μια υπαρκτική αξιολογική θεώρηση της φύσης, μιαν έγνοια για την τάξη πραγμάτων και τις σχέσεις εν αυτής.
Ο Άλντο Λίοπολντ ήταν αυτός που εισήγαγε σε θεωρητικό επίπεδο, σ’ επίπεδο αρχών, τη νέα αντίληψη για τη φύση, μιαν αντίληψη που απέρρεε από την ηθική γι’ αυτήν, μιαν αντίληψη βιοφιλική.
Μίλησε για σεβασμό στη φύση ως σύνολο, κι όχι σε οργανισμούς της ή μέρη της, καθώς και για επιστροφή σε πρακτικές με τις οποίες κάποτε ο άνθρωπος «πατούσε ανάλαφρα πάνω στη γη» (λόγια δικά του).
Προσέδωσε εγγενή αξία στους οργανισμούς θεωρώντας ότι βρίσκονται σε σχέση ζωής με τον άνθρωπο.
Ήταν αυτός που έθεσε τις αρχές του κινήματος της «βαθιάς οικολογίας» («deep ecology»), ενός κινήματος που ενώ είχε ήδη από τον 19ο αιώνα σχηματοποιηθεί στην Αμερική, αρχικώς με τον Χένρι Θορώ (Henry David Thoreau) και στη συνέχεια με τον Τζον Μιούιρ (John Muir), εντούτοις δεν είχε τη θεωρητική και φιλοσοφική υπόσταση/συγκρότηση που του έδωσε ο Leopold με το «Land Ethic».
«Η ηθική της γης διευρύνει τα σύνορα της κοινότητας για να περιλάβει το έδαφος, τα νερά, τα ζώα και τα φυτά ή, συνολικά τη γη», έλεγε ο Άλντο Λίοπολντ το 1948.
Και συμπλήρωνε: «Ολόκληρη η ηθική στηρίζεται πάνω σ’ ένα συλλογισμό: το άτομο είναι μέλος μιας κοινότητας αλληλεξαρτώμενων μερών».
Το φυσικό όλον είναι η φυσική κοινότητα, η βιοκοινότητα και γενικότερα η βιόσφαιρα, στην οποία τα οργανικά μέλη της έχουν κοινωνικές συμπεριφορές, αλλά και την υποχρέωση, κατά τον ηθικό κανόνα, ν’ αναπτύσσουν σχέσεις με όλα τα μέλη της βιοκοινότητας, έστω κι αν διαφέρουν κατά γένος, κλίμακα και τρόπο στο πώς λειτουργούν.
Η ενότητα και ο άρρηκτος δεσμός στο φυσικό σύστημα προσδιορίζονται από την ηθική σε αυτό, που εντέλει καθορίζει τον τρόπο του ζην και την πορεία του.
Ο Λίοπολντ ακολουθώντας τη σκέψη του Hume δέχεται ότι τα συναισθήματα αναπτύσσονται από τα γενετικά ανεπτυγμένα όντα, στα πλαίσια της καλλιέργειας και της εξέλιξης αυτών, έτσι που τελικά να διαμορφώνουν την ηθική στο φυσικό σύστημα, που συναρτάται με τα γονίδια και τον πολιτισμό του ανθρώπου. Κρίνοντας δε από τη σημερινή αντιμετώπιση της φύσης από τον άνθρωπο, μάλλον πρέπει να μιλήσουμε για συναισθηματική ανεπάρκεια αυτού, που αντίστοιχα δείχνει έλλειψη ηθικής για τη φύση.
Ο άνθρωπος δεν έχει ενότητα με αυτήν, είναι ξέχωρός της, κι επομένως η έννοια της βιοκοινότητας, και γενικότερα της βιόσφαιρας, είναι «πλάσμα αξία» και δεν εντάσσεται στην κοσμοθεωρία του.
Ο άνθρωπος λειτουργεί σε άλλη διάσταση σε σχέση με τη φύσει διάστασή του και τούτο αποτελεί τη μεγάλη του και τραγική πλάνη.
Ο Άλντο Λίοπολντ έθεσε στη συζήτηση της ηθικής για τη φύση κάτι βασικό, που ακόμα και σήμερα δε γίνεται αντιληπτό: ότι η συνεχώς εξελισσόμενη τεχνολογία και η εξ αυτής αυξανόμενη δύναμη του ανθρώπου, τον διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα μέλη του φυσικού συστήματος σε τέτοιο βαθμό, που τον αφήνει εντέλει μονήρη εν αυτώ, ως μόνο αλλά κυρίαρχο! −μια κατάσταση που φαίνεται ν’ απολαμβάνει ο αναίσθητος σημερινός άνθρωπος…
Τούτο έχει εξαιρετικά δυσμενή επίπτωση στα φυσικά οικοσυστήματα, αφού ως απόλυτος εν αυτώ ο άνθρωπος δεν ημπορεί να ελέγξει τα όριά του σε σχέση με τα όρια και τις αντοχές των συστημάτων, καθότι τα φτάνει σε κατάσταση εξάντλησης.
Η τέτοια διόγκωση όμως του ανθρώπινου (τεχνολογικού) πολιτισμού σε βάρος της φύσης, επιβάλλει όλο και περισσότερους περιορισμούς στον άνθρωπο, προερχόμενους από την ηθική της γης, για να μπορεί αυτή να έχει μέλλον.
Όμως ο άνθρωπος είναι τόσο εξαρτημένος από την «εξέλιξή του», που δε βλέπει τις ηθικές τούτες απαιτήσεις που επηρεάζουν το μέλλον του, και συνεχώς επεκτείνεται αντί να περιορίζεται αφαιρώντας φύση για την «εξέλιξή του»˙ όμως στην πραγματικότητα αφαιρεί ζωή από τον πλανήτη!
Τούτο, που ενωρίς το διέγνωσε ο Leopold, σήμερα δε γίνεται συνειδητό κι ο άνθρωπος αυτοκτονεί όντας ασύνειδος και τραγικός!
Διαπιστώνουμε μετά τούτων τη στενή σχέση των οικολόγων με την ηθική −εξάλλου την οικολογική θεώρηση της φύσης, οι φιλόσοφοι - οικολόγοι τη διαμόρφωσαν κι όχι οι επιστήμονες - οικολόγοι−, εξαιτίας του ολιστικού τους προσανατολισμού, που τους επιτρέπει να μεταπηδούν από την επιστήμη στην ηθική φιλοσοφία.
Ο Λίοπολντ εν προκειμένω εισήγαγε μιαν ηθική για τη ζωή βλέποντάς την στη βιολογική της διάσταση, ως αξία ενός βιοτικού όλου.
Οι οργανισμοί σε αυτό το όλον έχουν στοιχειακή σημασία, θα λέγαμε δευτερεύουσα, σε σχέση με το σύνολο.
Εάν το σύνολο έχει πρόβλημα, τότε ποιος ο λόγος να μιλούμε για ευημερία του στοιχείου, π.χ. του ανθρώπου;
Δεν ήταν (ο Άλντο Λίοπολντ) υπέρ της αποχής από την ενέργεια του ανθρώπου στο φυσικό σύστημα.
Τουναντίον, υποστήριζε ότι η ανθρώπινη ενέργεια πρέπει να πραγματοποιείται με τρόπο που δε θίγει το όλον˙ αυτό πρέπει να έχουμε κατά νου πάντα ενεργώντας.
Είναι χαρακτηριστικά τούτα τα λόγια του: «Κάποια απόφαση για τη χρήση της γης είναι ορθή, όταν τείνει να διατηρεί την ακεραιότητα, τη σταθερότητα και την ομορφιά της βιοτικής κοινότητας. Είναι λανθασμένη όταν είναι η κατεύθυνσή της είναι διαφορετική. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η υγιής λειτουργία του βιοτικού μηχανισμού».
Είδε τη βιοτική κοινότητα μέσα από την έννοια του οικοσυστήματος, επεκτείνοντας το αξιακό της δεδομένο στο επίπεδο ολάκερης της γης, αφού η έννοια της βιοκοινότητας έχει άμεση διασύνδεση με την έννοια της γης (ως προς αυτό τον βοήθησαν και οι βιολογικές του γνώσεις στη δασολογική σχολή). Συνέδεε δε τη δυνατότητα επίτευξης της αρμονίας του ανθρώπου με τη γη, με τη δικαιοσύνη και την ελευθερία μεταξύ των ανθρώπων, καθώς μόνο ένα τέτοιο είδος ανθρώπου μπορεί να σκεφτεί και να λειτουργήσει με πνεύμα ολιστικό, πούναι εντέλει το πνεύμα της δημοκρατίας και της λογικής.
Αυτό θα επιτευχθεί στα πλαίσια της ανθρώπινης προόδου κι όχι της οικονομικής ανάπτυξης, ζητώντας η πολιτική ν’ αποδεσμευτεί από την οικονομία και να πάψει η οικονομία να υπαγορεύει την ηθική.
Επέκτεινε έτσι την ηθική για τη φύση στο επίπεδο μιας βιοκεντρικής θεώρησης, στα πλαίσια της ολιστικής ηθικής, συμπυκνώνοντας το νόημα τούτης στην ιδέα: «Η ηθική συμπεριφορά προς τη φύση είναι μακροπρόθεσμα καλλίτερη και για τους ανθρώπους».
Το σύστημα σκέψης και θεώρησης ζωής του Leopold, διαπνεόμενο σαφώς από τις παλαιότερες αντιλήψεις των Θορώ και Μιούιρ περί νατουραλισμού, που θα τις δούμε αμέσως παρακάτω, χρησιμοποιούσε τη γλώσσα και τα ιδανικά του αμερικάνικου φιλελευθερισμού σ’ ότι αφορά στα δικαιώματα της φύσης και την ανάγκη απελευθέρωσης των καταπιεσμένων όντων εντός αυτής, έτσι που, η προστασία της φύσης, διαμορφωμένη με ηθικούς όρους, να εμφυτεύεται στην αμερικάνικη φιλελεύθερη παράδοση (σε σχέση με τα ιδανικά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, του πλουραλισμού, του σεβασμού στη ζωή κ.ά.) και να γίνεται ο νέος ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός.
Δεν επιδίωκε δηλαδή να συγκρουστεί με την αμερικάνικη πολιτική παράδοση και κουλτούρα, αλλά να τη φέρει στο σήμερα με νέες αρχές κι αντιλήψεις για τα δικαιώματα των όντων στη φύση (κι όχι μόνο των ανθρώπων), εγκαθιστώντας ένα σύστημα πολιτικής και κοινωνικής λειτουργίας που θα μπορούσε να θεωρηθεί εξέλιξη του παραδοσιακού στα πλαίσια της αναθεώρησής του, κι όχι ανατροπή του.
Η νατουραλιστική θεώρηση προέκυψε ως επιδίωξη κι ως ανάγκη λόγω της χειροτέρευσης της ζωής των κοινωνιών κατά τον 19ο αιώνα, που συνδέθηκε με την επιστημονική πρόοδο και τη βιομηχανική επανάσταση.
Η ανάπτυξη που στηρίχθηκε σε αυτούς τους δύο παράγοντες οδήγησε τον κόσμο να μετακινηθεί στις πόλεις ή στις παρυφές αυτών για να εργαστεί στα βιομηχανικά κέντρα που δημιουργήθηκαν, εγκαταλείποντας την ύπαιθρο, κάτι που έφερε την εξαθλίωσή τους, αφού οι συνθήκες ζωής εκεί ήταν πολύ χειρότερες σε σχέση με την εργασία στον γαιοκτήμονα.
Η τοιαύτη πρόοδος στήριζε την ευμάρεια που διακήρυττε στην εξαθλίωση των δουλικά εργαζόμενων μαζών, οι οποίες κάποια στιγμή αντέδρασαν διεκδικώντας καλλίτερες κοινωνικές κι εργασιακές συνθήκες.
Μιαν έκφραση αυτής της αντίδρασης ήταν η ανάγκη για τη φύση, όχι (πάντα) με την έννοια της επιστροφής στη φύση, αλλά της φύσης στην κοινωνία, ως απαίτηση η πόλη και η κοινωνία γενικότερα να μη δρα καταπιεστικά και κατασταλτικά στη φύση, αλλά να τη διατηρεί και να την αφομοιώνει στο σύστημά της, στον τρόπο ζωής της.
Αυτή η τάση ήταν έντονη στην Ευρώπη, όπου οι συνθήκες ζωής στις βιομηχανικές πόλεις ήταν τραγικές, μεταφέρθηκε δε στην Αμερική ως βασική θεώρηση ζωής και ως τρόπος του ζην, έτσι που μετουσιώθηκε σε πράξη και κίνημα από τους πρωτοπόρους Αμερικάνους νατουραλιστές, οι οποίοι αφιερώθηκαν στην απέραντη κι αχανή αμερικάνικη φύση εξαντλώντας τη δραστηριότητά τους στην αξιακή ανάδειξή της.
Μολοντούτο, οι θέσεις του Άλντο Λίοπολντ διαστρεβλώθηκαν (εσκεμμένα θα υποστηρίζαμε) από τους εκφραστές του δεξιού αμερικάνικου πολιτικοοικονομικού συστήματος, που έβλεπε στις ριζοσπαστικές τούτες ιδέες έναν εχθρό του καπιταλισμού, καθώς και την απειλή του κομουνισμού να εκκολάπτεται!
Και τούτο διότι η υποστήριξη ενός τρόπου ζωής που θα σεβόταν το περιβάλλον και θα έβγαζε το λαό από την εξαθλίωση, ήταν ενάντιος στον καπιταλιστικό τρόπο ζωής, που επιδίωκε, χάριν της παραγωγής και της κατανάλωσης, την με κάθε τρόπο εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των ανθρώπων. Επιπροσθέτως, οι ιδέες του Λίοπολντ περί δικαιωμάτων της φύσης κατέτειναν, κατά την άποψη των κακόβουλων δεξιών επικριτών του, σε περιορισμό του δικαιώματος του ανθρώπου να την εκμεταλλευτεί και να την κατέχει, κάτι που ενείχε τον «σοσιαλιστικό ιό».
Ως προς τούτο είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Τζέι Νόργουντ Ντάρλινγκ, του Διευθυντή της Εθνικής Ομοσπονδίας για την Άγρια Ζωή στην Αμερική, ο οποίος το 1935 είπε απευθυνόμενος στον Λίοπολντ: «Με βασανίζει η ιδέα πως μας οδηγείς σε βαθιά νερά με τη νέα φιλοσοφία σου για το περιβάλλον. Στο τέλος του δρόμου περιμένει η κοινωνικοποίηση της περιουσίας των Αμερικανών».
Το κείμενο είναι από το τη σελίδα στο facebook του Αντώνη Καπετάνιου:https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=928645523988963&id=100005305723928
(απόσπασμα από το βιβλίο μου “ΦΥΣΙΣ ΕΡΓΟΝ. Νοώντας για τη φύση…”, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2017, http://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=40885)
(στη φωτογραφία: Ο Aldo Leopold, που ήταν ο δημιουργός της ηθικής για τη φύση στις ΗΠΑ)
Aldo Leopold
Henry David Thoreau
John Muir
Αυτήν την ανέπτυξε στο εμβληματικό έργο του «Land Ethic».
Τούτο το κατόρθωσε αφού πριν διέβη τον Ρουβίκωνα της αυτογνωσίας, αρχικώς ως Διευθυντής Δασών της πολιτείας του Νιου Μέξικο κι αφετέρου ως κυνηγός και θηρευτής.
Διαπίστωσε με τον καιρό ότι αυτές του οι ιδιότητες δεν του πρέπουν, αφού είναι ωφελιμιστικές και δολοφονικές, και λειτουργούν σε βάρος της φύσης, η οποία αποτελεί το εύκολο θύμα του (ισχυρού) ανθρώπου.
Αναθεώρησε μετά τούτων τον τρόπο του τού ζην κι αφιερώθηκε στην καλλιέργεια κι ανάπτυξη μιας ηθικής για τη φύση, που (όπως διαπίστωσε μέσα από την προηγούμενη κατατριβή του στις δραστηριότητές του στη φύση) έλειπε στον τρόπο αντιμετώπισης των φυσικών συστημάτων από τον άνθρωπο, με όποια ιδιότητα αυτός κι αν λειτουργούσε (ως επιστήμονας, ως πολιτικός, ως φιλόσοφος, ως φυσιολάτρης κ.λπ.)
Η ηθική του Λίοπολντ στηρίζεται στην αρχή ότι τ’ άτομα στη γη συγκροτούν μια φυσική κοινότητα, με αλληλοεξαρτώμενες σχέσεις, λειτουργώντας στα πλαίσια μιας ολότητας.
Στην ολότητα αυτή περιλαμβάνεται η έμβια αλλά και η άβια ζωή, ενώ σε όλους ανεξαιρέτως τους οργανισμούς προσδίδονται εγγενείς αξίες.
Έχουμε συνεπώς ένα παλλόμενο σε όλες του τις διαστάσεις Σύμπαν, ένα ζωντανό σε κάθε του κλίμακα σύστημα (από τη μίκρο μέχρι τη μάκρο κλίμακά του).
Ο άνθρωπος βρίσκεται όχι απλά σε σχέση συνεργασίας με τη φύση, αλλά σε σχέση ενότητας με αυτήν, δυνάμενος έτσι να εκφράσει πηγαίως και ειλικρινώς τα συναισθήματά του, αναπτύσσοντας την ηθική που στο φυσικό σύστημα αρμόζει για την ομαλή φυσική λειτουργία του.
Τα συναισθήματα του ανθρώπου αναφέρονται συνολικά στο φυσικό υποκείμενο, κατά τρόπο ολιστικό, έτσι που τελικώς να προάγεται μια υπαρκτική αξιολογική θεώρηση της φύσης, μιαν έγνοια για την τάξη πραγμάτων και τις σχέσεις εν αυτής.
Ο Άλντο Λίοπολντ ήταν αυτός που εισήγαγε σε θεωρητικό επίπεδο, σ’ επίπεδο αρχών, τη νέα αντίληψη για τη φύση, μιαν αντίληψη που απέρρεε από την ηθική γι’ αυτήν, μιαν αντίληψη βιοφιλική.
Μίλησε για σεβασμό στη φύση ως σύνολο, κι όχι σε οργανισμούς της ή μέρη της, καθώς και για επιστροφή σε πρακτικές με τις οποίες κάποτε ο άνθρωπος «πατούσε ανάλαφρα πάνω στη γη» (λόγια δικά του).
Προσέδωσε εγγενή αξία στους οργανισμούς θεωρώντας ότι βρίσκονται σε σχέση ζωής με τον άνθρωπο.
Ήταν αυτός που έθεσε τις αρχές του κινήματος της «βαθιάς οικολογίας» («deep ecology»), ενός κινήματος που ενώ είχε ήδη από τον 19ο αιώνα σχηματοποιηθεί στην Αμερική, αρχικώς με τον Χένρι Θορώ (Henry David Thoreau) και στη συνέχεια με τον Τζον Μιούιρ (John Muir), εντούτοις δεν είχε τη θεωρητική και φιλοσοφική υπόσταση/συγκρότηση που του έδωσε ο Leopold με το «Land Ethic».
«Η ηθική της γης διευρύνει τα σύνορα της κοινότητας για να περιλάβει το έδαφος, τα νερά, τα ζώα και τα φυτά ή, συνολικά τη γη», έλεγε ο Άλντο Λίοπολντ το 1948.
Και συμπλήρωνε: «Ολόκληρη η ηθική στηρίζεται πάνω σ’ ένα συλλογισμό: το άτομο είναι μέλος μιας κοινότητας αλληλεξαρτώμενων μερών».
Το φυσικό όλον είναι η φυσική κοινότητα, η βιοκοινότητα και γενικότερα η βιόσφαιρα, στην οποία τα οργανικά μέλη της έχουν κοινωνικές συμπεριφορές, αλλά και την υποχρέωση, κατά τον ηθικό κανόνα, ν’ αναπτύσσουν σχέσεις με όλα τα μέλη της βιοκοινότητας, έστω κι αν διαφέρουν κατά γένος, κλίμακα και τρόπο στο πώς λειτουργούν.
Η ενότητα και ο άρρηκτος δεσμός στο φυσικό σύστημα προσδιορίζονται από την ηθική σε αυτό, που εντέλει καθορίζει τον τρόπο του ζην και την πορεία του.
Ο Λίοπολντ ακολουθώντας τη σκέψη του Hume δέχεται ότι τα συναισθήματα αναπτύσσονται από τα γενετικά ανεπτυγμένα όντα, στα πλαίσια της καλλιέργειας και της εξέλιξης αυτών, έτσι που τελικά να διαμορφώνουν την ηθική στο φυσικό σύστημα, που συναρτάται με τα γονίδια και τον πολιτισμό του ανθρώπου. Κρίνοντας δε από τη σημερινή αντιμετώπιση της φύσης από τον άνθρωπο, μάλλον πρέπει να μιλήσουμε για συναισθηματική ανεπάρκεια αυτού, που αντίστοιχα δείχνει έλλειψη ηθικής για τη φύση.
Ο άνθρωπος δεν έχει ενότητα με αυτήν, είναι ξέχωρός της, κι επομένως η έννοια της βιοκοινότητας, και γενικότερα της βιόσφαιρας, είναι «πλάσμα αξία» και δεν εντάσσεται στην κοσμοθεωρία του.
Ο άνθρωπος λειτουργεί σε άλλη διάσταση σε σχέση με τη φύσει διάστασή του και τούτο αποτελεί τη μεγάλη του και τραγική πλάνη.
Ο Άλντο Λίοπολντ έθεσε στη συζήτηση της ηθικής για τη φύση κάτι βασικό, που ακόμα και σήμερα δε γίνεται αντιληπτό: ότι η συνεχώς εξελισσόμενη τεχνολογία και η εξ αυτής αυξανόμενη δύναμη του ανθρώπου, τον διαφοροποιεί από τα υπόλοιπα μέλη του φυσικού συστήματος σε τέτοιο βαθμό, που τον αφήνει εντέλει μονήρη εν αυτώ, ως μόνο αλλά κυρίαρχο! −μια κατάσταση που φαίνεται ν’ απολαμβάνει ο αναίσθητος σημερινός άνθρωπος…
Τούτο έχει εξαιρετικά δυσμενή επίπτωση στα φυσικά οικοσυστήματα, αφού ως απόλυτος εν αυτώ ο άνθρωπος δεν ημπορεί να ελέγξει τα όριά του σε σχέση με τα όρια και τις αντοχές των συστημάτων, καθότι τα φτάνει σε κατάσταση εξάντλησης.
Η τέτοια διόγκωση όμως του ανθρώπινου (τεχνολογικού) πολιτισμού σε βάρος της φύσης, επιβάλλει όλο και περισσότερους περιορισμούς στον άνθρωπο, προερχόμενους από την ηθική της γης, για να μπορεί αυτή να έχει μέλλον.
Όμως ο άνθρωπος είναι τόσο εξαρτημένος από την «εξέλιξή του», που δε βλέπει τις ηθικές τούτες απαιτήσεις που επηρεάζουν το μέλλον του, και συνεχώς επεκτείνεται αντί να περιορίζεται αφαιρώντας φύση για την «εξέλιξή του»˙ όμως στην πραγματικότητα αφαιρεί ζωή από τον πλανήτη!
Τούτο, που ενωρίς το διέγνωσε ο Leopold, σήμερα δε γίνεται συνειδητό κι ο άνθρωπος αυτοκτονεί όντας ασύνειδος και τραγικός!
Διαπιστώνουμε μετά τούτων τη στενή σχέση των οικολόγων με την ηθική −εξάλλου την οικολογική θεώρηση της φύσης, οι φιλόσοφοι - οικολόγοι τη διαμόρφωσαν κι όχι οι επιστήμονες - οικολόγοι−, εξαιτίας του ολιστικού τους προσανατολισμού, που τους επιτρέπει να μεταπηδούν από την επιστήμη στην ηθική φιλοσοφία.
Ο Λίοπολντ εν προκειμένω εισήγαγε μιαν ηθική για τη ζωή βλέποντάς την στη βιολογική της διάσταση, ως αξία ενός βιοτικού όλου.
Οι οργανισμοί σε αυτό το όλον έχουν στοιχειακή σημασία, θα λέγαμε δευτερεύουσα, σε σχέση με το σύνολο.
Εάν το σύνολο έχει πρόβλημα, τότε ποιος ο λόγος να μιλούμε για ευημερία του στοιχείου, π.χ. του ανθρώπου;
Δεν ήταν (ο Άλντο Λίοπολντ) υπέρ της αποχής από την ενέργεια του ανθρώπου στο φυσικό σύστημα.
Τουναντίον, υποστήριζε ότι η ανθρώπινη ενέργεια πρέπει να πραγματοποιείται με τρόπο που δε θίγει το όλον˙ αυτό πρέπει να έχουμε κατά νου πάντα ενεργώντας.
Είναι χαρακτηριστικά τούτα τα λόγια του: «Κάποια απόφαση για τη χρήση της γης είναι ορθή, όταν τείνει να διατηρεί την ακεραιότητα, τη σταθερότητα και την ομορφιά της βιοτικής κοινότητας. Είναι λανθασμένη όταν είναι η κατεύθυνσή της είναι διαφορετική. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η υγιής λειτουργία του βιοτικού μηχανισμού».
Είδε τη βιοτική κοινότητα μέσα από την έννοια του οικοσυστήματος, επεκτείνοντας το αξιακό της δεδομένο στο επίπεδο ολάκερης της γης, αφού η έννοια της βιοκοινότητας έχει άμεση διασύνδεση με την έννοια της γης (ως προς αυτό τον βοήθησαν και οι βιολογικές του γνώσεις στη δασολογική σχολή). Συνέδεε δε τη δυνατότητα επίτευξης της αρμονίας του ανθρώπου με τη γη, με τη δικαιοσύνη και την ελευθερία μεταξύ των ανθρώπων, καθώς μόνο ένα τέτοιο είδος ανθρώπου μπορεί να σκεφτεί και να λειτουργήσει με πνεύμα ολιστικό, πούναι εντέλει το πνεύμα της δημοκρατίας και της λογικής.
Αυτό θα επιτευχθεί στα πλαίσια της ανθρώπινης προόδου κι όχι της οικονομικής ανάπτυξης, ζητώντας η πολιτική ν’ αποδεσμευτεί από την οικονομία και να πάψει η οικονομία να υπαγορεύει την ηθική.
Επέκτεινε έτσι την ηθική για τη φύση στο επίπεδο μιας βιοκεντρικής θεώρησης, στα πλαίσια της ολιστικής ηθικής, συμπυκνώνοντας το νόημα τούτης στην ιδέα: «Η ηθική συμπεριφορά προς τη φύση είναι μακροπρόθεσμα καλλίτερη και για τους ανθρώπους».
Το σύστημα σκέψης και θεώρησης ζωής του Leopold, διαπνεόμενο σαφώς από τις παλαιότερες αντιλήψεις των Θορώ και Μιούιρ περί νατουραλισμού, που θα τις δούμε αμέσως παρακάτω, χρησιμοποιούσε τη γλώσσα και τα ιδανικά του αμερικάνικου φιλελευθερισμού σ’ ότι αφορά στα δικαιώματα της φύσης και την ανάγκη απελευθέρωσης των καταπιεσμένων όντων εντός αυτής, έτσι που, η προστασία της φύσης, διαμορφωμένη με ηθικούς όρους, να εμφυτεύεται στην αμερικάνικη φιλελεύθερη παράδοση (σε σχέση με τα ιδανικά της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, του πλουραλισμού, του σεβασμού στη ζωή κ.ά.) και να γίνεται ο νέος ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός.
Δεν επιδίωκε δηλαδή να συγκρουστεί με την αμερικάνικη πολιτική παράδοση και κουλτούρα, αλλά να τη φέρει στο σήμερα με νέες αρχές κι αντιλήψεις για τα δικαιώματα των όντων στη φύση (κι όχι μόνο των ανθρώπων), εγκαθιστώντας ένα σύστημα πολιτικής και κοινωνικής λειτουργίας που θα μπορούσε να θεωρηθεί εξέλιξη του παραδοσιακού στα πλαίσια της αναθεώρησής του, κι όχι ανατροπή του.
Η νατουραλιστική θεώρηση προέκυψε ως επιδίωξη κι ως ανάγκη λόγω της χειροτέρευσης της ζωής των κοινωνιών κατά τον 19ο αιώνα, που συνδέθηκε με την επιστημονική πρόοδο και τη βιομηχανική επανάσταση.
Η ανάπτυξη που στηρίχθηκε σε αυτούς τους δύο παράγοντες οδήγησε τον κόσμο να μετακινηθεί στις πόλεις ή στις παρυφές αυτών για να εργαστεί στα βιομηχανικά κέντρα που δημιουργήθηκαν, εγκαταλείποντας την ύπαιθρο, κάτι που έφερε την εξαθλίωσή τους, αφού οι συνθήκες ζωής εκεί ήταν πολύ χειρότερες σε σχέση με την εργασία στον γαιοκτήμονα.
Η τοιαύτη πρόοδος στήριζε την ευμάρεια που διακήρυττε στην εξαθλίωση των δουλικά εργαζόμενων μαζών, οι οποίες κάποια στιγμή αντέδρασαν διεκδικώντας καλλίτερες κοινωνικές κι εργασιακές συνθήκες.
Μιαν έκφραση αυτής της αντίδρασης ήταν η ανάγκη για τη φύση, όχι (πάντα) με την έννοια της επιστροφής στη φύση, αλλά της φύσης στην κοινωνία, ως απαίτηση η πόλη και η κοινωνία γενικότερα να μη δρα καταπιεστικά και κατασταλτικά στη φύση, αλλά να τη διατηρεί και να την αφομοιώνει στο σύστημά της, στον τρόπο ζωής της.
Αυτή η τάση ήταν έντονη στην Ευρώπη, όπου οι συνθήκες ζωής στις βιομηχανικές πόλεις ήταν τραγικές, μεταφέρθηκε δε στην Αμερική ως βασική θεώρηση ζωής και ως τρόπος του ζην, έτσι που μετουσιώθηκε σε πράξη και κίνημα από τους πρωτοπόρους Αμερικάνους νατουραλιστές, οι οποίοι αφιερώθηκαν στην απέραντη κι αχανή αμερικάνικη φύση εξαντλώντας τη δραστηριότητά τους στην αξιακή ανάδειξή της.
Μολοντούτο, οι θέσεις του Άλντο Λίοπολντ διαστρεβλώθηκαν (εσκεμμένα θα υποστηρίζαμε) από τους εκφραστές του δεξιού αμερικάνικου πολιτικοοικονομικού συστήματος, που έβλεπε στις ριζοσπαστικές τούτες ιδέες έναν εχθρό του καπιταλισμού, καθώς και την απειλή του κομουνισμού να εκκολάπτεται!
Και τούτο διότι η υποστήριξη ενός τρόπου ζωής που θα σεβόταν το περιβάλλον και θα έβγαζε το λαό από την εξαθλίωση, ήταν ενάντιος στον καπιταλιστικό τρόπο ζωής, που επιδίωκε, χάριν της παραγωγής και της κατανάλωσης, την με κάθε τρόπο εκμετάλλευση των φυσικών πόρων και των ανθρώπων. Επιπροσθέτως, οι ιδέες του Λίοπολντ περί δικαιωμάτων της φύσης κατέτειναν, κατά την άποψη των κακόβουλων δεξιών επικριτών του, σε περιορισμό του δικαιώματος του ανθρώπου να την εκμεταλλευτεί και να την κατέχει, κάτι που ενείχε τον «σοσιαλιστικό ιό».
Ως προς τούτο είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Τζέι Νόργουντ Ντάρλινγκ, του Διευθυντή της Εθνικής Ομοσπονδίας για την Άγρια Ζωή στην Αμερική, ο οποίος το 1935 είπε απευθυνόμενος στον Λίοπολντ: «Με βασανίζει η ιδέα πως μας οδηγείς σε βαθιά νερά με τη νέα φιλοσοφία σου για το περιβάλλον. Στο τέλος του δρόμου περιμένει η κοινωνικοποίηση της περιουσίας των Αμερικανών».
Το κείμενο είναι από το τη σελίδα στο facebook του Αντώνη Καπετάνιου:https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=928645523988963&id=100005305723928
(απόσπασμα από το βιβλίο μου “ΦΥΣΙΣ ΕΡΓΟΝ. Νοώντας για τη φύση…”, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 2017, http://www.bookstation.gr/Product.asp?ID=40885)
(στη φωτογραφία: Ο Aldo Leopold, που ήταν ο δημιουργός της ηθικής για τη φύση στις ΗΠΑ)
Aldo Leopold
Henry David Thoreau
John Muir
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου