Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Ο Λούης Τίκας και η μεγάλη και αποτρόπαια σφαγή του Λάντλοου/Laddlow στις 20 Απριλίου του 1914, Δευτέρα του Πάσχα

Θέλω με το παρόν άρθρο να αποτίσω φόρο τιμής σε έναν μεγάλο αγωνιστή και δικό μας άνθρωπο τον Έλληνα μετανάστη Λούη Τίκα που ηγήθηκε της μεγαλύτερης απεργίας στην ιστορία των ΗΠΑ και δολοφονήθηκε με άγριο τρόπο στο Κολοράντο.
Ο Λούης Τίκας/Luis Tikas ή Ηλίας Σπαντιδάκης, Έλληνας μετανάστης από την Κρήτη, που δολοφονήθηκε στις 20 Απριλίου του 1914, στη μεγάλη εκείνη Σφαγή του Λάντλοου/Laddlow στο Κολοράντο των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια συγκλονιστικής εργατικής απεργίας στα ορυχεία. 
Η μνήμη του είναι ακόμα ζωντανή στα αμερικανικά συνδικάτα.
Το ελληνικό όνομα του Τίκα ήταν Ηλίας Σπαντιδάκης. 
Γεννήθηκε στην Λούτρα Ρεθύμνου το 1886 και ο πατέρας του ονομαζόταν Αναστάσιος. 
Και το 1906 σε ηλικία 20 χρόνων μετανάστευσε στην Αμερική, όπου βρέθηκε στο Denver του Colorado κοντά στους συγγενείς του που δούλευαν στα ορυχεία χαλκού των Rockefeller.
Πριν φύγει έβγαλε μια φωτογραφία φορώντας την παραδοσιακή κρητική στολή και την άφησε ως ενθύμιο στους συγγενείς του. 
Δεν επρόκειτο να ξανανταμωθούν. 
Από το λιμάνι της Νέας Υόρκης πήγε στο Colorado. 
Εδώ μετέτρεψε το όνομά του στο αγγλοσαξονικό Λούης Τίκας (Luis Tikas), με το οποίο έμελλε να γραφεί στην ιστορία των συνδικαλιστικών αγώνων.
Εγκαταστάθηκε στο Denver κι άρχισε να δουλεύει στα χαλυβουργία του Πουέμπλο καμιά τριανταριά μίλια μακριά, με ημερομίσθιο $1,75, για δώδεκα ώρες την ημέρα. 
Το 1910 ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης και άνοιξε καφενείο στην οδό Μάρκετ του Denver, μια εργατική γειτονιά που έγινε η τοπική Greektown. 
Την εποχή εκείνη στο Denver  ζούσαν 240 Έλληνες.
Το καφενείο βρισκόταν απέναντι στα τοπικά γραφεία των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Wobblies). 
Ο Τίκας, είτε έγινε από την αρχή μέλος των Wobblies είτε όχι, ήταν αποφασισμένος να αφομοιωθεί στην καινούρια χώρα. 
Αρχικά, προσπάθησε να μπει στο αστυνομικό σώμα αλλά απερρίφθη εξαιτίας της εμπλοκής του με τους Wobblies. 
Υπάρχουν πληροφορίες ότι ήταν επικεφαλής ενός συνδικάτου λούστρων που το 1910 έκαναν απεργία ζητώντας αύξηση 100% (από πέντε σε δέκα σεντς!). 
Άλλοι λένε πως δούλευε για μια ασφαλιστική εταιρία.
Έτσι κι αλλιώς, ο Λούης Τίκας αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή ανάμεσα στους συμπατριώτες του.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μιλούσε καλύτερα αγγλικά απ’ οποιονδήποτε άλλον, και έστελνε τα εμβάσματα στην Ελλάδα για λογαριασμό των συμπατριωτών του που δεν ήξεραν πώς να φερθούν στο ταχυδρομείο και στην τράπεζα.
Σε φωτογραφίες που υπάρχουν στην πολιτειακή βιβλιοθήκη του Denver, δείχνουν έναν Αμερικανό πολίτη χωρίς μουστάκι, κάτι ασυνήθιστο για την κρητική κοινότητα, που δεν θα ξεχώριζε από έναν ντόπιο.
Ευαίσθητος άνθρωπος εντυπωσιάζεται από τις μεσαιωνικές συνθήκες των ορυχείων.
Ήταν συνειδητός ριζοσπάστης. 
Οι εργάτες του Κολοράντο βρίσκονταν στο έλεος των εταιριών και των αφεντικών. 
Την εποχή που ο Λούης Τίκας έφτασε στο Denver, το μεγάλο αφεντικό ήταν ο Λεωνίδας Σκλήρης, από τη Σπάρτη, ένα είδος εργατοπατέρα που έλεγχε τους Έλληνες εργάτες όχι μόνο στο Κολοράντο αλλά στη Γιούτα και τη Νεβάδα. 
Τους εύρισκε δουλειά στα ορυχεία με συνθήκες μεσαιωνικές και αμοιβές χειρότερες από των άλλων εθνοτήτων. 
Οι "Έλληνες του Σκλήρη" εργάζονταν για $1,75 την ημέρα ενώ οι Γερμανοί και οι Ουαλοί έπαιρναν $2,50. 
Η κατάσταση στα ορυχεία ήταν όντως μεσαιωνική. 
Τα ημερομίσθια ήταν τόσο χαμηλά ώστε πολλές οικογένειες ικανοποιούνταν με τις "αποζημιώσεις θανάτου" που έφταναν τα εφτακόσια δολάρια (χώρια το φέρετρο των είκοσι δολαρίων). 
Ανάμεσά τους δούλευαν 350 περίπου Έλληνες. 
Η δουλειά τους ήταν πολύ σκληρή, με αποτέλεσμα σε δυο χρόνια να υπάρχουν 13 θάνατοι Ελλήνων και πολλοί τραυματισμοί.
Στο διάστημα 1910-1913 πάνω από 600 ανθρακωρύχοι είχανε χάσει τη ζωή τους μέσα στις στοές, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Έλληνες.
Δωδεκάωρη εργασία και πολύ χαμηλά μεροκάματα συν το ό,τι τα σπίτια που έμεναν και τα καταστήματα που ψώνιζαν ανήκαν στην Εταιρία των ορυχείων που κοστολογούσε τα προϊόντα 25% ακριβότερα από τις τιμές της αγοράς και οι εργάτες δεν μπορούσαν να ψωνίσουν από αλλού γιατί τους πλήρωνε με κουπόνια ανταλλάξιμα μόνο στα δικά της καταστήματα.
Έτσι ο Τίκας δεν άργησε να στραφεί στον αγώνα για καλύτερες συνθήκες ζωής.
Το 1912 ο Λούης Τίκας κλείνει το καφενείο και βρίσκεται στα ορυχεία του Φρέντερικ, τα πιο σκληρά ορυχεία του Κολοράντο, τα ονομαζόμενα και σκλαβοπάζαρα.
Στις 19 Νοέμβρη του ίδιου χρόνου βρίσκεται επικεφαλής 63 Ελλήνων που κατεβαίνουν σε απεργία, όπου ακολουθούν και οι υπόλοιποι εργάτες.
Τότε αναδεικνύεται η ηγετική του φυσιογνωμία, κερδίζει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του, που αναζητούσαν τρόπους να απαλλαγούν από εργατοπατέρες τύπου "Σκλήρη" και εκτός από τη μαχητικότητα του, έχει και το προσόν των γραμματικών γνώσεων (λέγεται ότι πριν μεταναστεύσει στην Αμερική πέρασε για 1 χρόνο από τη Νομική της Αθήνας) και της άπταιστης γνώσης των αγγλικών.
Η απεργία σαν πυρκαγιά αρχίζει να εξαπλώνεται και σε άλλα ορυχεία και στις 23 Σεπτεμβρίου του 1913 ξεκινά η μεγάλη απεργία στην πόλη Laddlow όπου υπήρχαν 13.000 ανθρακωρύχοι.
Ο Λούης Τίκας δεν ανεχόταν την εκμετάλλευση και την αδικία. 
Ήρθε σε επαφή με την Ένωση Ανθρακωρύχων Αμερικής/United Mine Workers of America, άρχισε να περιοδεύει στις ανθρακοφόρες περιοχές του Ντένβερ και του Πουέμπλο και να συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία για ατυχήματα και τραυματισμούς την περίοδο 1912-13. 
Επίσης, για την πολιτική των εταιριών και τη συμπεριφορά των υπευθύνων. 
Ενημερώνει πως αν οι συνθήκες δεν αλλάξουν θα ξεκινήσει "βιομηχανικός πόλεμος", όπως τον ονομάζει.
Ο Τίκας σύντομα αποκτά την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και εξελίσσεται σε ηγετική μορφή. 
Ο "Λούης ο Έλληνας/Louis the Greek" ή ο "Λίο ο Κρητικός/Leo the Cretan", όπως τον αποκαλούσαν έγινε θρύλος. 
Όμως, οι εταιρίες που ανήκαν κυρίως στον Τζον Ροκφέλερ δεν υποχωρούν. 
Τουναντίον καιροφυλακτούν να τον πλήξουν.
Οι απεργοί όμως δεν πτοήθηκαν.
Έστησαν σκηνές στην περιοχή σε στρατηγικό σημείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία.
Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακόσιοι άνδρες, 
τριακόσιες πενήντα γυναίκες, 
τετρακόσια πενήντα παιδιά, 
ελληνικός φούρνος, 
ελληνικό καφενείο.
Τα κυριότερα αιτήματα των απεργών του Laddlow ήταν τα παρακάτω-
-. Να ψωνίζουν από όποιο κατάστημα προτιμούσαν οι ίδιοι
-. Να πηγαίνουν σε όποιον γιατρό επιθυμούσαν και όχι στους γιατρούς της εταιρίας.
-. Να αναγνωριστεί το συνδικάτο τους.
-. Να καθιερωθεί η οκτάωρη εργασία.
-. Να εφαρμοστούν αυστηρά οι νόμοι της Πολιτείας του Κολοράντο όσον αφορά την ασφάλεια των ορυχείων, να καταργηθεί το script, όπως και το σύστημα φρουρών της εταιρείας που έκανε τους εργατικούς καταυλισμούς να μη διαφέρουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επικεφαλής της απεργίας ήταν ο Τζον Λόζον και ο Λούης Τίκας, που είχε μια ομάδα στήριξης από Κρητικούς, μερικοί από τους οποίους είχαν πάρει μέρος στις απεργίες του Μπίνγκαμ στη Γιούτα.
Στις αρχές της απεργίας, η εταιρεία για να την καταπνίξει προέβη σε έξωση των απεργών από τα οικήματα, στα οποία τους στέγαζε και προσέλαβε απεργοσπάστες.
Υπήρξε όργιο εγκάθετων, 
προβοκάτσιες (μπήκε φωτιά στο κτίριο δίπλα στο πηγάδι του ορυχείου), συλλήψεις και φυλακίσεις. 
Η εταιρεία προσέλαβε και το Πρακτορείο Ντετέκτιβ "Μπάλντουιν-Φελτς", προκειμένου να τρομοκρατήσει τους απεργούς και τη συνδικαλιστική τους ηγεσία.
Το Πρακτορείο είχε σπουδαία φήμη σ' όλη την Αμερική για την αποτελεσματικότητά του στην καταστολή απεργιών. 
Προμήθευσε την εργοδοσία με οπλισμένους φρουρούς, 
ελεύθερους σκοπευτές, 
πράκτορες, 
επαγγελματίες προβοκάτορες.
Αλλά οι απεργοί δεν υποχώρησαν ούτε τότε, ακόμη και όταν οι Rockefeller έστειλαν ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο το οποίο έφερε πολυβόλο και οι εθνοφρουροί το αποκαλούσαν Death Special.
Οι επιθέσεις των ανθρώπων της εργοδοσίας ήταν καθημερινό φαινόμενο στις κατασκηνώσεις, που εν τω μεταξύ είχαν στήσει οι απεργοί.
Στις 17 Οκτωβρίου 1913 ένας απεργός σκοτώθηκε και δύο παιδιά τραυματίσθηκαν από τους πολυβολισμούς του τεθωρακισμένου οχήματος.
Η κατάσταση είχε φθάσει στο απροχώρητο με τους απεργούς να μην υποχωρούν.
Στις 28 Οκτωβρίου ο κυβερνήτης του Κολοράντο, Ιλάιας Άμονς, αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. 
Απέστειλε την Εθνοφρουρά στο Laddlow για να επιβάλει την τάξη και να διαλύσει την απεργία.
Η Εθνοφρουρά συνέχισε να κατατρομοκρατεί τους απεργούς, το ηθικό των οποίων χαλυβδωνόταν με την πάροδο του χρόνου.
Ύστερα από τρεις μήνες στασιμότητας, ο κυβερνήτης Άμονς αποφάσισε να αποσύρει την Εθνοφρουρά, μη αντέχοντας το κόστος διατήρησής της επί μακρόν στο πεδίο της μάχης.
Τότε οι Ροκφέλερ προσφέρθηκαν να επανδρώσουν με δικό τους προσωπικό την Εθνοφρουρά.
Στις 10 Μαρτίου 1914 ένας απεργοσπάστης βρέθηκε νεκρός στις γραμμές του τρένου κοντά στον καταυλισμό των απεργών. 
Ηταν η αφορμή για να ξεκαθαριστεί μια και καλή η κατάσταση.
Η Εθνοφρουρά με τη νέα της σύνθεση αποφάσισε να ισοπεδώσει τις τεντουπόλεις, αν και ήταν σε χώρο ιδιοκτησίας των ανθρακωρύχων. Επελέγη η κατασκήνωση Laddlow, 30 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης Τρίνινταντ.
Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες.
Τότε η οικογένεια Rockefeller υπέβαλε το αίτημα να ντυθούν με στολές της εθνοφρουράς δικά της, έμπιστα πρόσωπα, αποφασισμένα αν χρειαστεί να ρίξουν στο ψαχνό.
Ο κυβερνήτης το αποδέχθηκε και αυτό, μη αντέχοντας το κόστος διατήρησης της εθμοφρουράς επί μακρόν στο πεδίο της μάχης.
Ήταν φανερό ότι στις 20 Απριλίου 1914 η εθνοφρουρά θα εισέβαλε και θα εκκένωνε τον καταυλισμό των απεργών.
Ήταν Δευτέρα του Πάσχα και οι περισσότεροι κοιμούνταν αφού την προηγούμενη γιόρταζαν το ελληνικό Πάσχα.
Οι πιστολάδες της εταιρίας απαίτησαν από τον Λούη Τίκα να τους παραδώσει δύο Ιταλούς συνδικαλιστές.
Ο Τίκας ζήτησε ένταλμα σύλληψης αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε και ο Τίκας αρνήθηκε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.
Λίγο αργότερα έπεσε η πρώτη βολή, μερικοί από τους απεργούς ήταν οπλισμένοι.
Το Κολοράντο αποτελούσε μέρος της Άγριας Δύσης.
Ακολούθησε μάχη χαρακωμάτων ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά έτρεξαν να σωθούν στους γύρω λόφους.
Σύμφωνα με την μαρτυρία της Μαίρη Χάρρις, γνωστής και ως Mother Jones, πάνω από σαράντα άτομα σκοτώθηκαν από σφαίρες και από ασφυξία, ενώ ένα αγοράκι δέχτηκε μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς προσπαθούσε να σώσει το γατάκι του.
Σύμφωνα με την Mother Jones οι πιστολάδες είχαν καταναλώσει πολύ ουίσκι από το κοντινό σαλούν και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση.
Τα επεισόδιο, που αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία των ΗΠΑ, ονομάστηκε "σφαγή του Laddlow"
Ο Τίκας με απαράμιλλο θάρρος, ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς, λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ/Karl Linderfeld κρατώντας λευκή σημαία.
Οι δυο τους συναντήθηκαν στο λόφο και μίλησαν για λίγο.
Έπειτα οι αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο αξιωματούχος χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του.
Η καραμπίνα έσπασε στα δύο όπως και το κρανίο του Τίκα.
Οι εθνοφρουροί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα.
Ευθύς αμέσως εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρίτως εναντίον σε οτιδήποτε κουνιόταν.
Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως 11 ετών, και έκαψαν τις σκηνές τους.
Όταν οι απεργοί ξαναμπήκαν μερικές ημέρες αργότερα στον καταυλισμό βρήκαν το πτώμα του Τίκα.
Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες.
Μετά τη σφαγή στο Laddlow,τα νέα διαδόθηκαν γρήγορα απ' άκρου εις άκρον στη χώρα!
Οπλισμένοι εργάτες από παρακείμενα ανθρακωρυχεία κινήθηκαν εναντίον της εθνοφρουράς του Κολοράντο, πολλοί άνδρες της οποίας αρνήθηκαν να χτυπήσουν τους απεργούς. 
Ομάδες απεργών δυναμίτισαν ανθρακωρυχεία και κατέλαβαν πόλεις του Κολοράντο.
Οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις.
Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με "όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα" και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες.
Στο Κογκρέσο, ο σοσιαλιστής βουλευτής του Ουισκόνσιν Βίκτωρ Μπέργκερ ζήτησε απ' τους εργαζομένους να πάρουν τα όπλα για να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους.
Η κατάσταση πια ήταν εκτός ελέγχου και ο κυβερνήτης του Κολοράντο, Ιλάιας Άμονς, ζήτησε την συνδρομή του Προέδρου Γούντροου Ουίλσον.
Ο ομοσπονδιακός στρατός που εστάλη στην περιοχή αφόπλισε τους απεργούς, οι οποίοι αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στα ανθρακωρυχεία χωρίς να γίνουν δεκτά τα αιτήματά τους. 
Μάλιστα, η εργοδοσία προχώρησε σε εκτεταμένες απολύσεις, αντικαθιστώντας τους απεργούς με μη συνδικαλισμένους εργάτες.
Στο περιοδικό "The Masses" ο αρθρογράφος Μαξ Ίστμαν δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο Ταξικός πόλεμος στο Κολοράντο. 
Το συνόδευε η εικονογράφηση του επίσης γνωστού ζωγράφου Τζον Φρεντς Σλόαν.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σκοτώθηκαν συνολικά 69 άτομα.
Στον θλιβερό απολογισμό θα πρέπει να προσθέσουμε τους 400 απεργούς που συνελήφθησαν, τους 332 από αυτούς που παραπέμφθηκαν για φόνο και μόνο ένας, ο Τζον Λόουσον, καταδικάστηκε αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο αργότερα τον αθώωσε.
Από την εθνοφρουρά παραπέμφθηκαν 22 άτομα – ανάμεσά τους και δέκα αξιωματικοί – και σε μια παρωδία δίκης, που ως τέτοια διδάσκεται σήμερα σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές, αθωώθηκαν όλοι, πλην του λοχαγού Λίντερφελντ, ο οποίος δολοφόνησε τον Τίκα.
Όμως, η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν απλή πειθαρχική επίπληξη.
Η μνήμη του Τίκα
Το χρονικό της απεργίας δεν γράφτηκε ποτέ. 
Τελικά η ιστορία αυτή πήγαινε να ξεχαστεί και την επανάφερε στο προσκήνιο ο μεγάλος τροβαδούρος Woody Guthrie (το καλλιτεχνικό πρότυπο του Bob Dylan) που γύριζε με την κιθάρα του όλη την Αμερική τραγουδώντας σε πόλεις χωριά και εργοστάσια τραγούδια με στίχους πολιτικού περιεχομένου,
όταν το 1944 έγραψε το περίφημο "the Ludlow Massacre" που γνώρισε μεγάλη επιτυχία
Το τραγούδι ακουγόταν συχνά στις διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’60.
Επίσης ο ποιητής Ντέιβιντ Μέισον έγραψε ένα ποιητικό μυθιστόρημα 4.800 στίχων με τίτλο: "Ποιος ήταν ο Λούης Τίκας", όπου περιγράφεται η ζωή του Έλληνα πρωταγωνιστή του αμερικανικού εργατικού κινήματος.
Τη ζωή του Τίκα επανέφερε στο προσκήνιο ο ελληνοαμερικανός συγγραφέας Ζήσης Παπανικόλας το 1991 γράφοντας τη βιογραφία του σε ένα βιβλίο.
Επίσης, το 2001 ο Αμερικανός τραγουδοποιός Frank Manning στηριγμένος στις αναμνήσεις του παππού του που συμμετείχε στην απεργία του Laddlow, έγραψε το τραγούδι "Λούης Τίκας", που βραβεύτηκε στο διαγωνισμό Woody Guthrie
Το τραγούδησε στις ετήσιες εκδηλώσεις που διοργανώνονται στο Laddlow από την Ένωση Ανθρακωρύχων και το 2007 το τραγούδησε και στην Ελλάδα.
Σήμερα το Laddlow είναι μια πόλη-φάντασμα. 
Στον χώρο της σφαγής, έχει στηθεί μεγαλόπρεπες μνημείο από γρανίτη στη μνήμη των θυμάτων. 
Εκεί υπάρχει και ο τάφος του γενναίου Λούη Τίκα.

https://www.youtube.com/watch?v=XDd64suDz1A&t=2s
Τα ερείπια της κατασκήνωσης Λάντλοου
Τα ερείπια της κατασκήνωσης Λάντλοου
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
σχετική βιβλιογραφία
Ζήση Παπανικόλα: «Αμοιρολόϊτος: Ο Λουίς Τίκας και η Σφαγή του Λάντλοου» (Εκδόσεις ΚΑΤΑΡΤΙ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου