Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Universita' degli Studi di Napoli, Federico
Πρόεδρος του European Institute of Nutritional Medicine, E.I.Nu.M
Η βιταμίνη D συνεχίζει τα τελευταία χρόνια να είναι το επίκεντρο έντονης έρευνας με θετικά αποτελέσματα σε όλες σχεδόν τις πλευρές της υγείας και κυρίως στο πεδίο των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Νέα δεδομένα ενισχύουν την συσχέτιση χαμηλών επίπεδων βιταμίνης D με την αύξηση της εμφάνισης νοσημάτων
όπως τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ψωρίαση, η ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.ά.
Οι φλεγμονώδης νόσοι του εντέρου είναι μια ομάδα αυτοάνοσων ασθενειών που αφορούν κυρίως στην ελκώδη κολίτιδα και στην νόσο του Crohn.
Η συχνότητα εμφάνισης τους είναι διαρκώς αυξανόμενη σε όλον τον κόσμο τα τελευταία 60 χρόνια σε σημείο που να χαρακτηρίζονται ως μια παγκόσμια νόσος.
Πρόκειται για νοσήματα που επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν από αυτά και την συνολική υγεία του οργανισμού τους τόσο λόγο της πλημμελούς λειτουργίας του εντέρου όσο και από τις παρενέργειες των φαρμακευτικών θεραπειών που πρέπει αυτοί οι ασθενείς να λαμβάνουν, συνήθως ισόβια.
Πρόσφατες μελέτες συνδέουν τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D με την αυξημένη επίπτωση των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου αλλά και την βαρύτητα των συμπτωμάτων κατά την εκδήλωση της νόσου και προτείνουν την χρήση της ως πρόσθετο θεραπευτικό παράγοντα.
Όσο χαμηλότερα τα επίπεδα της βιταμίνης D τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου και τόσο πιο έντονη είναι και η συμπτωματολογία.
Η θετική επίδραση της βιταμίνης D ασκείται μέσα από πολλαπλούς μηχανισμούς.
Ανοσορυθμιστική δράση
Η βιταμίνη D ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα ενώ παράλληλα αποκαθιστά την ικανότητα του οργανισμού να αναγνωρίζει τα δικά του κύτταρα και ιστούς. Δεν ενισχύει απλά το ανοσοποιητικό σύστημα αλλά το επαναφέρει στην αρχική φυσιολογική του λειτουργία. Αυτή, η απώλεια της αναγνώρισης των ίδιων των κυττάρων σε έναν οργανισμό, είναι η βασική αιτία για την εμφάνιση των αυτοάνοσων ασθενειών. Η ανοσορυθμιστική δράση της D είναι ζωτικής σημασίας τόσο στην αυτοανοσία όσο και στον καρκίνο.
Έλεγχος των παθογόνων μικροοργανισμών
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την παραγωγή 200 ενδογενών αντιβιοτικών ουσιών και για την ομαλή λειτουργία και ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων.
Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D συνδέονται με αυξημένη εμφάνιση λοιμώξεων και ανεπαρκή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Rochester ανακάλυψαν άμεση συσχέτιση της εντερικής χλωρίδας με την δράση της βιταμίνης D.
Ενώ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D σχετίζονται με αυξημένη παρουσία παθογόνων οργανισμών στο έντερο.
Η αλλοίωση της φυσιολογικής ισορροπίας της εντερικής χλωρίδας σχετίζεται άμεσα με την εκδήλωση ελκώδους κολίτιδας και νόσου του Crohn.
Άμεση αντιφελγμονώδη δράση
Η βιταμίνη D είναι στην πραγματικότητα μια ορμόνη που παράγεται μέσα στο σώμα μας από την χοληστερίνη, όπως παράγονται για παράδειγμα η κορτιζόλη και η τεστοστερόνη. Έχει ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση που εκφράζεται μέσα από ειδικούς υποδοχείς (VDR: Vitamin D Receptors).
Η άμεση αντιφλεγμονώδης και αντικαρκινική της δράση έχει μελετηθεί σε πολυάριθμες έρευνες και εκφράζεται μέσα από τη δράση των υποδοχέων της.
Το έντερο είναι ένας από τους ιστούς που παρουσιάζουν από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις υποδοχέων για την βιταμίνη D.
Η επίτευξη Ιδανικών επίπεδων βιταμίνης D πρέπει να είναι στόχος τόσο για την πρόληψη όσο και για την θεραπεία των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου.
Η μέτρηση των επιπέδων της 25 OH D3 θα πρέπει να γίνεται σε όλους τους ασθενείς που πάσχουν από αυτοάνοσο νόσημα.
Ιδανικές θεωρούνται τιμές που κυμαίνονται από 50-80 ng/dl.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ασθενείς που πάσχουν από αυτοανοσία μπορεί να εμφανίζουν αντίσταση στην βιταμίνη D και να χρειάζονται μεγαλύτερες δόσεις και υψηλότερες τιμές για να μπορέσει το σώμα τους να εκφράσει πλήρως τη δράση της πολύτιμης αυτής βιταμίνης.
Αυτό όμως θα πρέπει να γίνεται μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση και την παράλληλη μέτρηση εργαστηριακών παραμέτρων που μας επιτρέπουν να αξιολογήσουμε αντικειμενικά την ανταπόκριση του οργανισμού.
Μέσα σε εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης η φύση ανέπτυξε λύσεις και θεραπείες που σταδιακά ανακαλύπτουμε.
Όσο αυξάνεται η τεχνολογική μας εξέλιξη τόσο κατανοούμε ότι έχουμε πολύ περισσότερα να μάθουμε απ’ όσα πιστεύουμε.
Στην Υγειά Σας!*Ο Dr. Τσουκαλάς είναι γιατρός, ερευνητής, συγγραφέας, ειδικός στην εφαρμογή της Μεταβολομικής Ιατρικής σε χρόνια και αυτοάνοσα νοσήματα και Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Διατροφικής Ιατρικής, E.I.Nu.M.
Έχει τιμηθεί με Εύφημο Μνεία από το Ελληνικό Υπουργείο Υγείας, για τη συμβολή του στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
όπως τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, η σκλήρυνση κατά πλάκας, η ψωρίαση, η ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.ά.
Οι φλεγμονώδης νόσοι του εντέρου είναι μια ομάδα αυτοάνοσων ασθενειών που αφορούν κυρίως στην ελκώδη κολίτιδα και στην νόσο του Crohn.
Η συχνότητα εμφάνισης τους είναι διαρκώς αυξανόμενη σε όλον τον κόσμο τα τελευταία 60 χρόνια σε σημείο που να χαρακτηρίζονται ως μια παγκόσμια νόσος.
Πρόκειται για νοσήματα που επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ατόμων που πάσχουν από αυτά και την συνολική υγεία του οργανισμού τους τόσο λόγο της πλημμελούς λειτουργίας του εντέρου όσο και από τις παρενέργειες των φαρμακευτικών θεραπειών που πρέπει αυτοί οι ασθενείς να λαμβάνουν, συνήθως ισόβια.
Πρόσφατες μελέτες συνδέουν τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D με την αυξημένη επίπτωση των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου αλλά και την βαρύτητα των συμπτωμάτων κατά την εκδήλωση της νόσου και προτείνουν την χρήση της ως πρόσθετο θεραπευτικό παράγοντα.
Όσο χαμηλότερα τα επίπεδα της βιταμίνης D τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης φλεγμονώδους νόσου του εντέρου και τόσο πιο έντονη είναι και η συμπτωματολογία.
Η θετική επίδραση της βιταμίνης D ασκείται μέσα από πολλαπλούς μηχανισμούς.
Ανοσορυθμιστική δράση
Η βιταμίνη D ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα ενώ παράλληλα αποκαθιστά την ικανότητα του οργανισμού να αναγνωρίζει τα δικά του κύτταρα και ιστούς. Δεν ενισχύει απλά το ανοσοποιητικό σύστημα αλλά το επαναφέρει στην αρχική φυσιολογική του λειτουργία. Αυτή, η απώλεια της αναγνώρισης των ίδιων των κυττάρων σε έναν οργανισμό, είναι η βασική αιτία για την εμφάνιση των αυτοάνοσων ασθενειών. Η ανοσορυθμιστική δράση της D είναι ζωτικής σημασίας τόσο στην αυτοανοσία όσο και στον καρκίνο.
Έλεγχος των παθογόνων μικροοργανισμών
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για την παραγωγή 200 ενδογενών αντιβιοτικών ουσιών και για την ομαλή λειτουργία και ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων.
Χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D συνδέονται με αυξημένη εμφάνιση λοιμώξεων και ανεπαρκή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Rochester ανακάλυψαν άμεση συσχέτιση της εντερικής χλωρίδας με την δράση της βιταμίνης D.
Ενώ χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D σχετίζονται με αυξημένη παρουσία παθογόνων οργανισμών στο έντερο.
Η αλλοίωση της φυσιολογικής ισορροπίας της εντερικής χλωρίδας σχετίζεται άμεσα με την εκδήλωση ελκώδους κολίτιδας και νόσου του Crohn.
Άμεση αντιφελγμονώδη δράση
Η βιταμίνη D είναι στην πραγματικότητα μια ορμόνη που παράγεται μέσα στο σώμα μας από την χοληστερίνη, όπως παράγονται για παράδειγμα η κορτιζόλη και η τεστοστερόνη. Έχει ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση που εκφράζεται μέσα από ειδικούς υποδοχείς (VDR: Vitamin D Receptors).
Η άμεση αντιφλεγμονώδης και αντικαρκινική της δράση έχει μελετηθεί σε πολυάριθμες έρευνες και εκφράζεται μέσα από τη δράση των υποδοχέων της.
Το έντερο είναι ένας από τους ιστούς που παρουσιάζουν από τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις υποδοχέων για την βιταμίνη D.
Η επίτευξη Ιδανικών επίπεδων βιταμίνης D πρέπει να είναι στόχος τόσο για την πρόληψη όσο και για την θεραπεία των φλεγμονωδών νόσων του εντέρου.
Η μέτρηση των επιπέδων της 25 OH D3 θα πρέπει να γίνεται σε όλους τους ασθενείς που πάσχουν από αυτοάνοσο νόσημα.
Ιδανικές θεωρούνται τιμές που κυμαίνονται από 50-80 ng/dl.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ασθενείς που πάσχουν από αυτοανοσία μπορεί να εμφανίζουν αντίσταση στην βιταμίνη D και να χρειάζονται μεγαλύτερες δόσεις και υψηλότερες τιμές για να μπορέσει το σώμα τους να εκφράσει πλήρως τη δράση της πολύτιμης αυτής βιταμίνης.
Αυτό όμως θα πρέπει να γίνεται μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση και την παράλληλη μέτρηση εργαστηριακών παραμέτρων που μας επιτρέπουν να αξιολογήσουμε αντικειμενικά την ανταπόκριση του οργανισμού.
Μέσα σε εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης η φύση ανέπτυξε λύσεις και θεραπείες που σταδιακά ανακαλύπτουμε.
Όσο αυξάνεται η τεχνολογική μας εξέλιξη τόσο κατανοούμε ότι έχουμε πολύ περισσότερα να μάθουμε απ’ όσα πιστεύουμε.
Στην Υγειά Σας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου